Τετάρτη 19 Αυγούστου 2009

Μουσεία, ιστορία, Ελλάδα !







Korinthius Maximus
Περιοδικό MyPress - Τεύχος 12 - Αύγουστος 2009


Παρακολουθώντας στην τηλεόραση τα εγκαίνια του νέου Μουσείου της Ακρόπολης, έστω και για λίγα λεπτά, ξέφευγες από αυτή τη μιζέρια στην οποία έχει υποβληθεί η χώρα για πολλούς και διάφορους λόγους. Η πιο βαριά κληρονομιά μας, για ακόμα μια φορά μετά την τελετή έναρξης των Ολυμπιακών Αγώνων του 2004, ήρθε να δώσει ένα μήνυμα ελπίδας, μια αίσθηση περηφάνιας, μας έκανε να πούμε – έστω και από τον καναπέ μας – ότι είναι ευτυχία που είμαστε Έλληνες, που γεννηθήκαμε σε αυτή τη χώρα, που ζούμε σε αυτή τη χώρα, που έχουμε τη δυνατότητα να λέμε ότι όλα αυτά είναι «δικά μας».

Δεν χρειάστηκαν εντυπωσιακά πυροτεχνήματα, δεν χρειάστηκαν γιγαντοοθόνες, τεχνολογικά εφέ αιχμής, χορηγοί, εταιρείες προώθησης «γεγονότων», γύψινοι κίονες, επιβλητικές πλατφόρμες, ηλεκτρονικές μουσικές συνθέσεις του Jean Michel Jarre, τερατώδεις πυλώνες φωτισμού, φορτηγά, πολυπληθή συνεργεία και διαφημιστικά περίπτερα εταιρειών αναψυκτικών.

Για να έχουμε ένα πρόχειρο μέτρο σύγκρισης ας θυμηθούμε τους Ολυμπιακούς Αγώνες της Ατλάντα, όπου λίγο έλειψε τα μετάλλια αντί για τους ολυμπιακούς κύκλους, να φέρουν εμβλήματα εταιρειών (trademarks). Ας θυμηθούμε την κεντρική προεκλογική ομιλία του νέου πλανητάρχη Barack Obama, που παραλίγο θα έφτιαχνε ένα γύψινο ομοίωμα της Ακρόπολης πάνω στην πλατφόρμα όπου απηύθυνε τον προεκλογικό του λόγο.

Εμείς δε χρειάστηκε να κάνουμε πολλά πράγματα. Ήταν όλα εκεί. Στεκόντουσαν αγέρωχα και περήφανα εκεί, και εκείνο το βράδυ, όπως κάνουν εδώ και χιλιάδες χρόνια. Λίγα φώτα, λιτή μουσική επένδυση, μια γλυκιά ελληνική βραδιά και σαν από θαύμα, ζωντάνεψαν όλα μονομιάς. Χρειάστηκε ένας καλοσχεδιασμένος χώρος, που αναγκαστήκαμε να φτιάξουμε γιατί μέχρι σήμερα δεν τα σεβαστήκαμε όπως τους άξιζε, και εκείνα σα να μας έλεγαν «ευχαριστώ» εμφάνισαν όλες τις πτυχές τους που έκαναν τους Βρετανούς να γίνονται νάνοι και να αναζητούν μικροπρεπείς δικαιολογίες για να κρατήσουν στη γκρίζα χώρα τους έστω και λίγα από αυτά.

Δεν άντεξαν οι δύσμοιροι ούτε καν να έρθουν να δουν τα υπόλοιπα στο φυσικό τους χώρο, εκεί που ανήκουν, γιατί φοβήθηκαν μήπως σε μια κρίση αυθορμητισμού και ειλικρίνειας, μέσα σε αυτή τη μυσταγωγία της τελετής των εγκαινίων, θα ναύλωναν το πρώτο αεροπλάνο που θα έβρισκαν για να στείλουν πίσω αυτά που έχουν αιχμαλωτίσει στην πατρίδα τους. Φοβήθηκαν τις Ερινύες και το μεγαλείο της πρωτότυπης εικόνας, μιας και οι ίδιοι έχουν συνηθίσει να δημιουργούν τεχνητές πραγματικότητες για να πάρουν λίγη από την αίγλη τους.

Φοβήθηκαν τόσο πολύ να έρθουν και να δουν το χώρο που – έστω και αργά – δημιούργησε η μικρή Ελλάδα για να διαφυλάξει και να αναδείξει μια παγκόσμια κληρονομιά, την ώρα που τα παιδιά τους διαγωνίζονται στα Μάλια, στο Φαληράκι και στην Αγία Νάπα για το μετάλλιο της καλύτερης επίδοσης στο στοματικό σεξ.

Εκείνο το βράδυ της τελετής των εγκαινίων κανείς μας δεν είχε φανταστεί ότι θα συγκινούνταν τόσο πολύ από την τοποθέτηση ενός αγγείου σε μια «λακκούβα», διαδικασία που ζωντάνευε μετά από χιλιάδες χρόνια τον τρόπο που οι αρχαίοι Έλληνες εγκαινίαζαν την εστία τους, το σπιτικό τους.

Κανείς μας δεν είχε φανταστεί ότι, τελείως ασυναίσθητα, ο βιολογικός μας σκληρός δίσκος που μεταφέρει πληροφορίες χιλιετιών, θα ανέσυρε τόσο εύκολα και τόσο φυσιολογικά μια εικόνα που δεν την έχουμε ζήσει, που πιθανώς δεν την έχουμε μάθει στο σχολείο, που σίγουρα δεν αποτελεί κοινή πρακτική σήμερα. Κι όμως ! Μας φάνηκε τόσο φυσιολογικό, το νιώσαμε τόσο βαθιά μέσα μας, σαν να βρισκόμασταν και εμείς χιλιάδες χρόνια πίσω, σε εκείνο το σπιτικό και ευχηθήκαμε όλοι μαζί, «καλορίζικο !».

Καταλάβαμε τόσο εύκολα τη σημειολογία της στιγμής, το συμβολισμό, την έννοια, την ώρα που οι περισσότεροι λαοί του κόσμου ψάχνουν ακόμα στο Google για ποιό λόγο οι Έλληνες έβαλαν το σκάνθαρο (ποτήρι κρασιού) στη γούβα και μετά τον τάπωσαν με ένα τζάμι στο δάπεδο.

Σκεφτείτε το, κανείς μας δεν αναρωτήθηκε γιατί έγινε αυτό και τί συμβόλιζε, παρόλο που έχουμε μάθει να εγκαινιάζουμε με το μπολ με το νερό και τα κοτσάνια του βασιλικού. Παρόλο που έχουμε συνηθίσει να κάνουμε εγκαίνια με καναπεδάκια, τυροπιττάκια, κεφτεδάκια και καλυμμένες με λευκό ύφασμα φτηνιάρικες καρέκλες από το κέτερινγκ. Παρόλο που έχουμε αποκτήσει τη μόδα να πετάμε πυροτεχνήματα στους γάμους λες και σηκώσαμε ξανά το ευρωπαϊκό.

Όλα αυτά συνέβησαν εκείνο το βράδυ μόνα τους, μαγικά, ασυναίσθητα, αυθόρμητα, ακολουθήσαμε τη βόλτα στην αρχαία Αθήνα και κάτι μας θύμιζε, κάποτε την είχαμε ξανακάνει εκείνη τη διαδρομή διαβάζοντας τις στήλες και τις επιγραφές. Φανταστήκαμε και πάλι την ομορφιά του Παρθενώνα και της ζωφόρου, αν και κάποτε παίρναμε τις «πέτρες» για να χτίσουμε πλινθοκάλυβα και να στεγάσουμε την καταρρακωμένη ύπαρξή μας κατά τη διάρκεια μιας σκλαβιάς που δεν ήταν αρκετή για να αφαιρέσει από το DNA μας την αλληλοφαγωμάρα μας και τον αλληλοσπαραγμό.

Όλα αυτά συνέβησαν εκείνο το βράδυ, χωρίς να έχουμε προσέξει τα μουσεία μας, χωρίς να έχουμε φροντίσει τους αρχαιολογικούς μας χώρους, χωρίς να έχουμε αναδείξει την κληρονομιά μας. Χωρίς τα σχολεία να επισκέπτονται τους αρχαιολογικούς χώρους και τα μουσεία της περιοχής τους, χωρίς οι δάσκαλοι να χρησιμοποιούν αυτό το θησαυρό για βιωματική μάθηση, χωρίς οι γονείς να έχουν χρόνο να πάνε τα παιδιά τους στο μουσείο και να διαβάσουν μαζί το ταμπελάκι κάτω από το πήλινο «μαραφέτι».

Κι όμως … όλα είναι ακόμα μέσα μας και αγωνίζονται να κρατηθούν κοντά μας. Εκείνο το βράδυ οι Καρυάτιδες – χωρίς να πρέπει – μας είπαν «ευχαριστώ» που τις ξεκολλήσαμε από το φυσικό τους χώρο, που τις απαλλάξαμε από το καυσαέριο, που τις καθαρίσαμε από τη βρώμα μας, που είχε επικαθίσει στις περίτεχνες πτυχές τους.

Σκεφτείτε πόσο μικροί φάνηκαν εκείνο το βράδυ όλοι εκείνοι που σε άλλες περιπτώσεις «βαραίνουν» και «υπερθεματίζουν» με την παρουσία τους γεγονότα. Αναλογιστείτε πόσο μεγάλοι νιώσαμε όλοι μας, κοιτώντας από την τηλεόραση την τελετή και πόσο αδιανόητο μας ήταν να πάρουμε το τηλεκοντρόλ και να κάνουμε ζάπινγκ.

Θυμηθείτε πόσο πολύ δικά μας τα νιώσαμε όλα, αλλά και πόσο πολύ δικά τους τα ένιωσαν και οι άνθρωποι που έχουν έρθει από άλλες χώρες ειρηνικά και αξιοπρεπώς, για να δανειστούν λίγη από την Ελλάδα των λαών, την Ελλάδα των Εθνών, την Ελλάδα που η ιστορία μας κατέστησε προνομιούχους να αποκαλούμε «δική μας».

Σκεφτείτε όμως και πόσο πιο χαμηλά, πνευματικά και ποιοτικά, έχουμε πάει όλοι μας αυτή την Ελλάδα, ελαχίστων εξαιρουμένων. Εκείνα μας είπαν «ευχαριστώ» το βράδυ των εγκαινίων. Εμείς ας ζητήσουμε συγγνώμη και ας αρχίσουμε να παλεύουμε για να μη μεταβάλουμε πλήρως σε οίκο ανοχής το δικό μας κομμάτι στο σκληρό δίσκο που θα παραδώσουμε.

Στείλτε μου τις σκέψεις σας στο email μου, kormaximus@gmail.com.

Τα λέμε στο επόμενο τεύχος.







Δεν υπάρχουν σχόλια: