Παρασκευή 3 Απριλίου 2009

Άσε μάνα ... το πούλησα το κάμπριο ...





Korinthius Maximus
Περιοδικό MyPress - Τεύχος 7 - Μάρτιος 2009


Αυτά που ακούει και διαβάζει κανείς τον τελευταίο καιρό μπορούν να στείλουν άνθρωπο στο τρελοκομείο. Τηλεόραση, εφημερίδες, περιοδικά, ιστοσελίδες, στη συντριπτική τους πλειοψηφία, ορίζουν ένα σκηνικό που με τον πιο ήπιο χαρακτηρισμό μπορεί να λεχθεί εφιαλτικό. Ο κόσμος έχει αρχίσει να παθαίνει παράκρουση και να βιώνει αυταπάτες, έχουμε αρχίσει να βιώνουμε ως πραγματικό κάτι που είναι, στην έκταση που του αποδίδεται, αναμενόμενο ; Προδιαγραφόμενο ; Διαφαινόμενο ; Πραγματικό πάντως καθ ολοκληρίαν αυτή τη στιγμή δεν είναι. Για την ελληνική κοινωνία τουλάχιστον.

Βλέπεις κόσμο στις ταβέρνες να συζητά για τα τοξικά δάνεια, την οικονομική κρίση της Αμερικής, την ανεργία, την παγκόσμια οικονομία, τις οικονομικές ευρωπαϊκές επιτροπές, τις προβλέψεις των διάφορων οικονομικών και στατιστικών οίκων, την αγορά του real estate, με χόρτα, παντζάρια, τυροκαυτερή, χοιρινές, σαγανάκι, ρώσικη, εσκαλόπ, δύο κιλά κρασί, μια κοκορέτσι, τρία κιλά παϊδάκια, πέντε κόκα κόλες και δύο σόδες για τη χώνεψη. Κόσμο να συζητά το θέμα με τέτοιο ύφος και τέτοια άνεση, που νομίζεις ότι έχεις δίπλα σου, στη χειρότερη, οικονομικό αναλυτή με δύο διδακτορικά.

Ακούς πράγματα για την οικονομική κρίση και απόψεις που σε κάνουν να πιστεύεις ότι μάλλον είσαι ο μοναδικός από τους πελάτες του μαγαζιού που δεν έχεις φτιάξει μια λακκούβα κάτω από το σπίτι σου γεμάτη με κονσέρβες, ξηρά τροφή και αποθέματα νερού ώστε να αντιμετωπίσεις αυτό που είναι τώρα έξω από το μαγαζί, ούτε καν αυτό που έρχεται, αυτό που είναι τώρα απέξω και εμείς οι πελάτες απλά το αφήσαμε απέξω για λίγο, ώστε να ξαποστάσουμε και θα πάμε μετά πάλι να τα βάλουμε με το θεριό. Στο ενδιάμεσο της κουβέντας πέφτει και κανένα ρέψιμο, έτσι για να καθαρίσει ο λαιμός και να βγαίνουν ακόμα πιο εύκολα τα στιβαρά επιχειρήματα και οι τεχνοκρατικές εκφράσεις που διάβασαν οι συνεστιαζόμενοι την Κυριακή στην εφημερίδα ή που είπε η μαντάμ στο δελτίο ειδήσεων.

Έχουμε εμείς οι Έλληνες τη μοναδική ικανότητα να βιώνουμε σε πρότερο χρόνο εκείνο που θα έρθει ή που δεν θα έρθει και όταν τελικά πράγματι συμβαίνει, εμείς είμαστε στην κοσμάρα μας και ασχολούμαστε με κάτι άλλο, ή μοιρολατρικά λέμε «δε βαριέσαι αδελφέ και όλα περνάνε».

Αυτή τη φορά όμως δεν θα είναι έτσι το πράγμα. Αυτή τη φορά κινδυνεύουμε να έχουμε προβιώσει όλα τα στενάχωρα συναισθήματα (και όχι φυσικά την εμπειρία) μιας πραγματικά σοβαρής οικονομικής κρίσης και όταν αυτή θα μας χτυπήσει, εμείς δεν θα έχουμε πια ούτε δύναμη να την αντιμετωπίσουμε, ούτε κοινή συνείδηση σαν πολίτες να αντιληφθούμε τι συμβαίνει, ούτε αλληλεγγύη ως οικονομικές μονάδες για να συμβάλουμε στο πέρασμα του σκοπέλου.

Την ώρα που ακούς όλα αυτά στο διπλανό τραπέζι, οι κυρίες της παρέας συζητάνε πόσο καλές βρήκαν τις τιμές στις εκπτώσεις και ψώνισαν με τα ίδια λεφτά που θα έδιναν, σχεδόν τα διπλάσια πράγματα. Όχι ότι ψώνισαν εκείνα που χρειάζονταν με λιγότερα λεφτά, αλλά ότι με τα ίδια λεφτά αγόρασαν περισσότερα, επαναλαμβάνω. Και κάπου εκεί, στην ευφορία της επιδείξεως της νέας μπλούζας με τις πέντε πετούγιες και τα χρυσαφί τιρμπουσόν, ακούς και ένα «κρίμα τα μαγαζιά, αναγκάστηκαν να πουλήσουν φθηνότερα, κρίση χρυσή μου, κρίση μεγάλη, το είπε και ο Τραγκαλάτος !». Αυτό είναι το πιο εκνευριστικό. Η αιώνια βλακεία του Ελληνάρα που συμπάσχει εκ του ασφαλούς και εξ αποστάσεως, φροντίζοντας βέβαια πάντα να αδράξει την ευκαιρία προς το δικό του αποκλειστικά όφελος και να νιώσει και μάγκας από πάνω.

Μετά πήγα για καφέ. Δίπλα μου ένας νέος, καλοντυμένος με την τελευταία λέξη της μόδας, σηκώνει το αστραφτερό, καινούριο του κινητό (τελευταίο μοντέλο) με ABS, GPS, UMTS, HSDPA και πρόσοψη από τιτάνιο. Μίλαγε, μίλαγε, μίλαγε τουλάχιστον ένα δεκάλεπτο μέχρι που πήρε το αυτί μου τη φράση «Άσε μάνα … το πούλησα το κάμπριο, κρίση μάνα μεγάλη, έχουμε λυγίσει !». Προσπάθησα να φανταστώ ποιάς μεγάλης οικογενείας γόνος ήταν ο τύπος, το μυαλό μου πήγε σε επιχειρηματίες, δικηγόρους, γιατρούς, μεγαλογαιοκτήμονες, ταξίδεψε μέχρι τα ανώτατα κλιμάκια του οικονομικοκοινωνικού status. Μετά όμως σκέφτηκα ότι με τη νοοτροπία που έχει αποκτήσει ο Έλληνας, κάλλιστα θα μπορούσε ο τύπος να είναι γόνος απλά μιας οικογένειας υπαλλήλων, μέσων αγροτών, μικροεμπόρων, μιας μικρομεσαίας οικογένειας που έβαλε τους γονείς του να πάρουν δάνειο για να στήσει μια δουλειά για να βγάλει ψωμί, ή πήρε ο ίδιος δάνειο (υποθηκεύοντας το πατρικό του) και όταν πήρε τα λεφτά στα χέρια μπούκαρε στην αντιπροσωπεία και παρήγγειλε το κάμπριο, πιστεύοντας ότι ποτέ τα λεφτά αυτά δε θα χρειαστεί να τα δώσει πίσω.

Είναι επίτευγμα για μια χώρα να μπορούν και οι μικρομεσαίες τάξεις να έχουν δύο – τρία ιδιόκτητα σπίτια και ένα τουλάχιστον πολυτελές αυτοκίνητο, μεταξύ των άλλων, όμως είναι επίτευγμα όταν αυτή η κατάσταση προκύπτει από το προϊόν της χώρας και τα κατά κεφαλήν εισοδήματα. Όταν το προϊόν παράγεται και δεν επιδοτείται με δανεικά, όταν είναι αποτέλεσμα της επένδυσης που έγινε με το δάνειο που δόθηκε κάποτε.

Κατά μέσο όρο σε κάθε δάνειο που παίρνει κανείς, θα πρέπει σε κάποιο χρονικό διάστημα, να επιστρέψει τα διπλάσια σχεδόν χρήματα. Χρήματα που θα πρέπει να τα βγάλει από τη δουλειά του ή στην ιδεατή περίπτωση να τα κερδίσει σε τυχερό παιχνίδι και να τα δώσει πίσω.

Στην Ελλάδα φτάσαμε να παίρνουν μικρομεσαίοι ή και χαμηλότερα οικονομικά πολίτες δάνεια για να φτιάξουν σπίτια 250 και 300 τ.μ., για να παράγουμε όχι για να πουλήσουμε, αλλά για να επιδοτηθούμε, και μάλιστα σε αντίθεση με τη ζήτηση. Έχουμε και την άλλη καινοτομία. Εμείς να παράγουμε όσο γουστάρουμε από αυτό που γουστάρουμε, γιατί δε θέλουμε να αλλάξουμε το είδος παραγωγής και μετά να απαιτούμε να επιδοτηθούμε για την ολική παραγόμενη ποσότητα η οποία παρεμπιπτόντως μένει και αδιάθετη επειδή δεν ζητείται. Πήραμε επιδοτήσεις για να επενδύσουμε και να «χτίσουμε» υποδομές, υπερτιμολογήσαμε, στείλαμε και τα λεφτά στις off shore για να μην φορολογούνται και μετά αγοράσαμε κότερο, ακριβό αμάξι και τσιμπήσαμε και κάνα γκομενάκι για καβάντζα. Και αντί να δημιουργούμε θέσεις εργασίας, βάλαμε στην επιδοτούμενη επιχείρηση τα ονόματα πέντε έξι συγγενών, τους δώσαμε και από ένα μεριδιάκι και φτιάξαμε την ελληνική μπίζνα ! Το κόλπο γκρέκο που έγινε και ταινία υπό τον τίτλο «Μπραζιλέρο» !

Τα λεφτά όμως δόθηκαν για να μπορέσουμε κάποια στιγμή να συμβάλουμε στο τεχνογνωσιακό ευρωπαϊκό cluster από το οποίο πήραμε στοιχεία και ακόμα περιμένει το feedback μας. Αναρωτιέμαι τι προσφέραμε ποτέ ως χώρα σε αυτό το cluster. Προσέξτε. Όχι τι προσφέραμε σε προσωπικό επίπεδο, αν προσφέραμε δηλαδή επιστήμονες, μυαλά, άξιους ερευνητές, αν δώσαμε τα φώτα της δημοκρατίας στην Ευρώπη (αφού πρώτα σβήσαμε τα δικά μας). Τι προσφέραμε ως επιδοτούμενη χώρα σε τεχνογνωσία, σε ολοκληρωμένες προγραμματικές δράσεις, σε premium projects, σε best practices, σε υποδομές που εμφάνισαν ανάπτυξη και μεγάλωσαν, προσέφεραν εργασία και εν τέλει εισόδημα …

Η κρίση στην Ελλάδα δεν έχει έρθει ακόμα. Το αν θα τη σκαπουλάρουμε ή όχι μένει ακόμα να το δούμε. Σίγουρα όμως, με το μέγεθος του εθνικού μας δανεισμού, είναι πολύ πιθανό η πραγματική κρίση να φτάσει σε εμάς όταν όλοι οι άλλοι θα την ξεπερνούν. Άλλωστε, την κρίση την περνάμε από την πρώτη στιγμή που το μόνο που επιστρέφουμε στο εξωτερικό μας χρέος είναι απλώς τόκοι. Και μάλιστα όχι τους τόκους του κεφαλαίου, αλλά τους τόκους των τόκων.

Τουλάχιστον ας μην κάνουμε τους πονηρούς αυτή τη φορά. Ας μαζευτούμε λιγάκι και να σκεφτούμε ότι «πάλι καλά» που λέμε ότι την βγάζουμε καθαρή έστω και με μερικούς λεκέδες. Δεν είμαστε εμείς οι αιώνιοι έξυπνοι και οι αιώνιοι καταφερτζήδες. Και φυσικά δεν είναι όλοι οι άλλοι τα κορόιδα … Σκεφτείτε το καλά ειδικά οι μικρομεσαίοι που πηγαίνουμε στην ταβέρνα, γιατί την προηγούμενη φορά που το παίξαμε ειδικοί και τζιμάνια (στην αντίστροφη εκδοχή της προβιωμένου οικονομικού ενθουσιασμού), μείναμε, στην καλύτερη περίπτωση, με καμιά κατοσταριά μετοχές που σήμερα κοστίζουν 0,765 € έκαστη …

Στείλτε μου τις σκέψεις σας στο email μου, kormaximus@gmail.com.
Τα λέμε στο επόμενο τεύχος. Μέχρι τότε, ελπίζω ο νέος να μην έχει πουλήσει και την αστραφτερή, φιρμάτη, δερμάτινη καμπαρτίνα …




Δεν υπάρχουν σχόλια: