Παρασκευή 24 Δεκεμβρίου 2010

Το παρόν δεν φτιάχνεται με χρονοκαθυστέρηση







Korinthius Maximus
Περιοδικό MyPress - Τεύχος 24 - Δεκέμβριος 2010


Διανύουμε πολύ δύσκολη εποχή. Δύσκολη από κάθε άποψη. Η οικονομική κρίση ήρθε και μας χτύπησε καμπανάκι για όσα βρίσκονταν προ των πυλών και η αδυναμία της χώρας να δανειστεί από τις αγορές – με τον τρόπο που εκδηλώθηκε – ήρθε να αναδείξει το θεμελιώδες πρόβλημα που έχουμε ως κράτος, αφού εδώ και δεκαετίες χτίσαμε μια πολιτεία βασισμένη στο δανεισμό, ένα κοινωνικό κράτος βασισμένο στη ρεμούλα και την απάτη, έναν πολίτη κομμένο και ραμμένο στα μέτρα των δελτίων των 8.

Ξαφνικά βιώνουμε όλοι μας την εθνική μας κατάθλιψη, τον εθνικό μας πανικό και το καθημερινό άγχος των spreads και των ανακοινώσεων από την Τρόικα, το ΔΝΤ, την Ευρωπαϊκή Ένωση. Κατορθώσαμε ως έθνος, εκείνο για το οποίο παλέψαμε σκληρά πριν το 1980, την είσοδό μας στην ΕΟΚ, να το καταστήσουμε το 2010 (30 ολόκληρα χρόνια μετά) κάτι το απαισιόδοξο, το μισητό. Καταφέραμε, 10 χρόνια μετά την είσοδό μας στη ζώνη του Ευρώ, να αποδείξουμε ότι η απόφαση για την ωρίμανση της οικονομίας και την είσοδό της στο κοινό νόμισμα, ήταν αποτέλεσμα οικονομικών αλχημειών και συμφωνιών με οίκους διαχείρισης χρέους που τους αναθέσαμε να φτιάξουν ένα χαλί για να τοποθετήσουν από κάτω όλες τις αδυναμίες της γενικότερης λειτουργίας της οικονομίας μας.

Καταστρατηγήσαμε όλους τους κανόνες της οικονομικής πρακτικής, γίναμε χώρα παραγωγής αμφιλεγόμενων υπηρεσιών, μαραζώσαμε την αγροτική μας παραγωγή, ευνουχίσαμε τις παραδοσιακές ελληνικές οικογενειακές επιχειρήσεις, πήραμε όλοι δάνεια, γίναμε ξενοδόχοι, εστιάτορες, αντιστασιακοί, ανάπηροι, συνταξιούχοι γενικώς και αορίστως. Πήραμε Cayenne, σκάφη, αποκτήσαμε εξοχικά και φτιάξαμε σπίτια για τα παιδιά. Βάλαμε τα τσαρούχια στα ράφια και φορέσαμε όλοι Nike Air, Dolce, Gucci, πασαλειφτήκαμε με μπόλικη Gaultier και βγήκαμε στους δρόμους για να δείξουμε τα καινούρια μας «εισαγόμενα» που έλεγε και ο «Λαλάκης ο εισαγόμενος», ο Νίκος Παπαναστασίου στην αξέχαστη ταινία του 1984.

Καταστρέψαμε την παιδεία μας, γίναμε όλοι «ακαδημαϊκοί», ισοπεδώσαμε τους καθηγητές, τους δημόσιους λειτουργούς, κάναμε την εκπαίδευση σούπερ μάρκετ και όταν δεν φτάναμε το ράφι, στείλαμε τα παιδιά μας στο εξωτερικό για σπουδές, ενώ την ίδια ώρα παραπονιόμασταν ότι χάνουμε συνάλλαγμα. Ξεμείναμε από τεχνίτες, ψάχνουμε μοδίστρα λες και ψάχνουμε καρδιοχειρουργό, πληρώνουμε τον υδραυλικό περισσότερο από τον οδοντίατρο. Οι δύο τελευταίοι φροντίζουν εδώ και πολλά χρόνια να φοροδιαφεύγουν, δηλώνοντας στην εφορία λιγότερο εισόδημα από τον δημόσιο και τον ιδιωτικό υπάλληλο, παραπονούμενοι ότι δεν βγαίνουν και κάνουν έκπτωση, αφού χωρίς απόδειξη δεν πληρώνουμε τον ΦΠΑ.

Παίξαμε τις οικονομίες μας στο Χρηματιστήριο, κάναμε Ολυμπιακούς Αγώνες και δημιουργήσαμε το σύγχρονο ελληνικό όνειρο : μουράτο αυτοκίνητο, εξοχικό στη Μύκονο, σκάφος, γκόμενες (τουλάχιστον δύο – η μια σπιτωμένη) και κουστούμι Hugo Boss για τη βόλτα μας στο Κολωνάκι. Ευτυχώς το δικό μας σύγχρονο όνειρο ήταν καλύτερο από το αντίστοιχο αμερικάνικο που απεικονίστηκε στην ταινία «American Beauty» με τον μπαϊλντισμένο 55άρη που τον έπαιζε, έχοντας την φαντασίωση ότι πήδαγε τη συμμαθήτρια της κόρης του.

Αποκτήσαμε νέα βιομηχανία πορνό, καμία σχέση με τις παλιές καλές cult εποχές του Γκουσκγκούνη και της Τίνας Σπάθη που ακόμα και στις πιο απόκοσμες σκηνές τους έβγαζαν περισσότερο χιούμορ, πνεύμα και εξυπνάδα από τις πιο κουλτουριάρικες ταινίες του Hollywood. Σήμερα, οι νεαρές σταρλετίτσες πάνε στα καλλιστεία και μετά παρακαλάνε μέσα από το Facebook και το Twitter τον Σειρηνάκη να τις πάρει πρωταγωνίστριες για την επόμενη ταινία του. Σε λίγο καιρό, με τέτοια υπερπροσφορά, η Sirina θα τις δίνει τζάμπα τις τσόντες, μιας και οι πρωταγωνίστριες θα πληρώνουν οι ίδιες για να αποκτήσουν στο βιογραφικό τους τη δική τους τσόντα. Και αυτόν δηλαδή τον τομέα τον μαγαρίσαμε. Εκεί που ο Σειρηνάκης πάλευε να ανατρέψει το κατεστημένο, με την αναβίωση της ελληνικής τσόντας, έγινε τετριμμένος, εντάχθηκε στο star system της χώρας και δεν προλαβαίνει να μαζεύει μπομπίνες με επίδοξες τσοντοπρωταγωνίστριες.

Αξίζει εδώ να σας αναφέρω, για να καταλάβετε το μέγεθος της τρέλας μας, ότι μόλις δύο χώρες έχουν γυρίσει έως σήμερα 3D πορνό. Η Ιαπωνία και η Ελλάδα. Αναλογιστείτε τις αντιστοιχίες σε πληθυσμούς και βγάλτε συμπέρασμα. Μόλις πριν λίγες ημέρες ακολούθησαν ασθμαίνοντας η Ιταλία και η Γαλλία.

Μέσα σε όλα αυτά και πολλά άλλα, δεν πήραμε χαμπάρι ότι κάποιοι «έξυπνοι» Έλληνες έπαιρναν τα λεφτά των κρατικών και των κοινοτικών επιχορηγήσεων και έκαναν τοποθετήσεις στο εξωτερικό. Δημιουργήσαμε μια απολύτως κρατικοδίαιτη επιχειρηματικότητα που έκανε επενδύσεις στη Βουλγαρία, τη Ρουμανία, την Αλβανία, την Τουρκία και αλλού. Σήμερα, αυτή η επιχειρηματικότητα ζητάει από όλους μας και τα ρέστα και θέλει να μας επιβάλλει μισθολόγια Μπαγκλαντές και Βιετνάμ.

Τίποτα δεν πήγε καλά, όλα ακολούθησαν διαδρομές που με βεβαιότητα θα μας οδηγούσαν εδώ που βρισκόμαστε σήμερα, υποχείρια και εξαρτημένοι, έωλοι μπροστά στα κελεύσματα των εποχών, αδύναμοι απέναντι στους Στρος Καν που έρχονται να μας κάνουν και διάλεξη μέσα στη Βουλή. Και γιατί να μην το κάνουν ; Εμείς δεν ήμασταν που μουντζώναμε και βρίζαμε έξω από τη Βουλή ; Εμείς δεν συναινέσαμε ποικιλοτρόπως με το να απαξιωθεί τελείως η πολιτική και ο πολιτικός κόσμος ; Τώρα γιατί φωνάζουμε ; Περιμένουμε να μας σώσουν οι τραπεζίτες, οι επιχειρηματίες, ο Μαρκεζίνης ή το ΔΝΤ ; Αν συνεχίσουμε τις φωνές και τον αλληθωρισμό μας θα το κάνουν, αλλά θα το κάνουν με τους δικούς τους όρους που μπροστά σε όσα ζούμε σήμερα θα μοιάζουν με διήμερο στη Βιέννη …

Η μόδα της εποχής θέλει κάποιους να αριστερίζουν, να κάνουν σκέψεις για την Ελλάδα έξω από την ΕΕ και φέρνουν παράδειγμα την Κούβα. Συνήθως αυτοί που τα λένε αυτά δεν ξέρουν ούτε ιστορία, ούτε έχουν βιώσει στο πετσί τους τέτοιες καταστάσεις.

Ευτυχώς σε αυτή την κρίσιμη καμπή εμφανίστηκε ένας αριστερός, ο Μίκης Θεοδωράκης, για να μαζέψει τους ξεσαλωμένους νεοαριστερούς που νομίζουν ότι ο κομμουνισμός είναι ζωή σε λιβάδια με ρύζι και μέλι. Παρακολουθώ τον Μίκη πολλά χρόνια και είδα πολλές φορές το αφιέρωμα που του έκανε η Φλέσσα στα «Άκρα». Εκεί ο Μίκης είπε πολλά περισσότερα από όσα έγραψε στη διακήρυξη της «Σπίθας» και εξιστόρησε με κάθε λεπτομέρεια τις μαύρες στιγμές μιας Αριστεράς που στην Ελλάδα βρήκε χώρο για πόλεμο όταν όλα είχαν τελειώσει, είχαν συμφωνηθεί και ακόμα και οι σύντροφοί τους από την τότε ΕΣΣΔ τους καλούσαν να σταματήσουν. Αργότερα τους έστειλαν οι ίδιοι στην εξορία, στον τόπο που νόμιζαν ότι θα ήταν ο επίγειος παράδεισος.

Απορώ όμως, και στεναχωριέμαι που όλα αυτά λέγονται πάντα κατόπιν εορτής. Όταν δηλαδή το παρόν έχει διαμορφωθεί και είναι μη αναστρέψιμο. Γιατί έπρεπε ο Μίκης και άλλοι να καθυστερήσουν τόσο πολύ να μιλήσουν και να αναδείξουν την αλήθεια ; Γιατί έπρεπε να γίνουν όσα έγιναν, να τεθεί η Ελλάδα υπό την αιχμαλωσία του μνημονίου, για να ανοίξουν τα μάτια στο λαό με τον χειμαρρώδη λόγο τους ; Γιατί οι ακαδημαϊκοί της Ελλάδας σιωπούν και δεν βγαίνουν στις τηλεοράσεις και τις εφημερίδες για να αναδείξουν αυτό που στρεβλά οι σημερινοί κυβερνώντες οικειοποιούνται ως αυτονόητο ;

Το παρόν δεν χτίζεται με χρονοκαθυστέρηση. Οι νέοι άνθρωποι βλέπουν μπροστά τους ομίχλη και καταχνιά, δέχονται συνεχή θόρυβο από τα βυζιά της Πετρούλας που βροντούν στο πιεσμένο ντεκολτέ της, σαν τα οπίσθια λίγο πριν την πορδή. Δεν τους έμαθε κανείς να σκέφτονται και διψάνε να ζήσουν το τώρα. Διψάνε για αλήθεια, που είναι μπροστά τους, αλλά αδυνατούν να τη δουν και να την αξιολογήσουν …

Δεν υπάρχουν σχόλια: