Korinthius Maximus
Περιοδικό MyPress - Τεύχος 23 - Οκτώβριος/Νοέμβριος 2010
Περιοδικό MyPress - Τεύχος 23 - Οκτώβριος/Νοέμβριος 2010
Δεν έχει περάσει πολύς καιρός – κοντά μια δεκαετία – από τότε που όλη η χώρα χόρευε στην κυριολεξία στους ρυθμούς του δείκτη του Χρηματιστηρίου Αθηνών. Καθημερινά χιλιάδες Έλληνες κάθε κοινωνικής και οικονομικής τάξης, διάβαζαν στον πρωινό καφέ τους εξειδικευμένα οικονομικά έντυπα και οικονομικές εφημερίδες, ώστε να ενημερωθούν και να συλλέξουν πληροφορίες για την κίνηση στο Χρηματιστήριο. Εκείνη την εποχή οι οικονομικές εφημερίδες άγγιξαν σε πωλήσεις τις αθλητικές, σαφές δείγμα του όγκου του πληθυσμού που τοποθετούσε τα χρήματα και τις οικονομίες του σε μετοχές, ευελπιστώντας σε μια νέα «Γη της επαγγελίας». Από τότε προέκυψε ο όρος «παπαγαλάκια της Σοφοκλέους», που αργότερα διαμορφώθηκε απλώς σε «παπαγαλάκια», ορίζοντας στην ουσία το σύνολο των ανθρώπων που για διάφορους λόγους προσπαθούν να διασπείρουν φήμες και πληροφορίες, ώστε να οδηγήσουν σε συγκεκριμένους δρόμους αυτό που ονομάζουμε, κοινή συνείδηση.
Κάπως έτσι, τότε, έγινε κοινή συνείδηση ότι όλοι θα πλουτίσουν, ότι όλοι θα αυξήσουν τις αποταμιεύσεις τους, ότι όλοι, μισθωτοί, συνταξιούχοι, μικροεπιχειρηματίες, νέοι, μεσήλικες, γέροι, άγγλοι, γάλλοι, πορτογάλοι, θα εκτοξευθούν μαζί με τον δείκτη των μετοχών σε εξωτικά τοπία, πίνοντας πίνα-κολάδα, τρώγοντας καρύδες και άλλα εξωτικά φρούτα, υπό τον αέρα αιθέριων γυμνόστηθων υπάρξεων. Μάζεψαν όλες τις αποταμιεύσεις τους, ρευστοποίησαν το βιός τους, πήγαιναν τα λεφτά με τις σακούλες στους χρηματιστές και η κινητή τηλεφωνία γνώρισε την αποθέωσή της με τις μόνιμες ατάκες που ακούγονταν στους δρόμους. Όλοι τηλεφωνούσαν περισπούδαστα στους χρηματιστές τους, φωνάζοντας δυνατά – για να τους ακούσουν οι γύρω βεβαίως βεβαίως – «Πούλα χάλυβα, αγόρασε κατασκευές», «Πούλα», «Αγόρασε».
Η ευημερία των αριθμών και των δεικτών γνώριζε τη χρυσή της περίοδο. Ακόμα και η κυβέρνηση εκείνης της εποχής, «παρασυρμένη» από τη μόδα του καιρού εκείνου, έβγαζε εβδομαδιαίο δελτίο προβλέψεων για το επόμενο άλμα του δείκτη, μέσα σε κλίμα ευφορίας και μέθης αυτοϊκανοποίησης. Τα στοιχεία πάντα ήταν αδιάψευστα. Τα «χαρτιά» τα έδειχναν όλα. Οι αριθμοί ευημερούσαν και η ελληνική οικονομία, χωρίς υπερβολή «ζούσε το μύθο της». Μαζί της και όλοι οι Έλληνες που κατόρθωσαν στο τέλος να έχουν συμβάλει καθοριστικά στη μεγαλύτερη ανακατανομή πλούτου που σημειώθηκε ποτέ στη χώρα, με μια ιδιάζουσα όμως διαδρομή. Υπήρξε μια φοβερή μετακίνηση πλούτου από τα νοικοκυριά προς τις επιχειρήσεις, μέσα σε λίγους μήνες, άλλαξαν χέρια ή χάθηκαν οι συνολικοί κόποι μιας σειράς γενεών. Όταν πια όλοι κατάλαβαν τι ακριβώς συνέβη, ήταν δυστυχώς πολύ πολύ αργά.
Ακόμα και έτσι όμως, οι αριθμοί συνέχιζαν να ευημερούν. Τα στοιχεία που παρουσιάζονταν από τα κανάλια συνέχιζαν να δημιουργούν ψευδαισθήσεις σε έναν ολόκληρο λαό που έβλεπε τους δείκτες ανάπτυξης να ανεβαίνουν και παραμελούσε να ρίξει μια ματιά στο τι πραγματικά συνέβαινε στην τσέπη του. Οι αυξήσεις στους μισθούς ήταν χαμηλές, ο ιδιωτικός τομέας πλήρωνε κάθε χρόνο και χειρότερα, επιχειρήσεις έκλειναν και η ανεργία συνέχιζε να εμφανίζει παραδόξως μεγάλα ποσοστά. Οι δείκτες όμως ευημερούσαν, τα «χαρτιά» τα έδειχναν όλα μια χαρά, ακόμη μια φορά ...
Αυτή η μετακίνηση πλούτου που περιέγραψα παραπάνω ήταν η δεύτερη αν αναλογιστούμε ως τέτοια και τη μεγάλη εισροή χρημάτων και κονδυλίων από την Ευρωπαϊκή Ένωση στα μέσα της δεκαετίας του ’80. Σε απόλυτους αριθμούς, είχαν πέσει τόσα λεφτά – και μιλάμε για καθαρό ρευστό – σε αυτές τις δύο περιόδους σε επιχειρήσεις και επιχειρηματικά πλάνα, σε επιδοτήσεις και αυξήσεις κεφαλαίου, που υπό κανονικές συνθήκες, η Ελλάδα θα έπρεπε να είχε μεταβληθεί σε μια χώρα – μοντέλο ανάπτυξης και προόδου, παγκοσμίου φήμης σαν αυτά τα μεγάλα λόγια που κατά καιρούς έχουμε ακούσει για το σκανδιναβικό ή το ιρλανδικό μοντέλο. Κι όμως, ακόμα και έτσι, οι δείκτες και τα μοντέλα ευημερούσαν. Οι δείκτες μετρούσαν απορροφητικότητες κονδυλίων, αυξήσεις όγκου συναλλαγών, μετρούσαν όγκους τραπεζικών χορηγήσεων και δανειακών εκχωρήσεων κεφαλαίων. Οι πολίτες παρακολουθούσαν στην τηλεόραση κάθε βράδυ μια εικονική πραγματικότητα ευημερίας που όμως δεν αναφερόταν στους ίδιους αλλά σε κάποιους τρίτους. Ήταν όμως δύσκολο να αντιταχθούν σε μια επίπλαστη αίσθηση ολικής ευρωστίας που ερχόταν από παντού σαν είδηση και προφανώς όχι ως πραγματικότητα.
Φαίνεται ότι οι εφιάλτες των δεικτών σκεπάζουν την Ελλάδα ανά δεκαετίες. Απλά τώρα οι δείκτες την «έχουν δει ανάποδα». Τώρα μάθαμε όλοι τα spreads, τα παράγωγα και τις ομολογίες. Μάθαμε όλοι για τον εξωτερικό δανεισμό, το δημόσιο χρέος, τα οικονομικά road shows, το ΔΝΤ, τους μηχανισμούς στήριξης, την τρόικα και τα κέρατά τους τα τράγια.
Για μήνες ολόκληρους η ελληνική κοινωνία υποχρεώθηκε από τα ΜΜΕ να παρακολουθεί τα καθημερινά άλματα του διαφορικού επιτοκίου, όπως τότε, τον παλιό καλό καιρό, που παρακολουθούσε τα άλματα του δείκτη μετοχών του ΧΑΑ. Εκεί που η νοικοκυρά ξενέριζε τα χόρτα για τη σπανακόπιτα, το πρόγραμμα σταμάταγε για έκτακτο δελτίο. «Νέο άλμα στα spread του δεκαετούς ομολόγου …» έλεγε με μια σαδιστική ηδονή ο newscaster, ή η ρεπόρτερ από τα διεθνή χρηματιστήρια και έπεφταν κάτω τα αυγά, έφευγαν τα μαχαίρια και το χαρτί της φέτας ανακατευόταν με το σκονάκι της συνταγής για την πίτα. Η νοικοκυρά έτρεχε στο τηλέφωνο και έπαιρνε όποιον της ερχόταν πρώτος στο μυαλό, αρχίζοντας τα «Οϊμέ» και τα «Αλίμονο». «Χέσ’ τα Σούλα, ανέβηκε το spread στα 1200 και την κάτσαμε στον άξονα» έλεγε ο σύζυγος το μεσημέρι επιστρέφοντας από τη δουλειά.
Οι εργαζόμενες γυναίκες άρχιζαν να βλέπουν να έρχεται εκείνο που φοβόντουσαν για χρόνια. Ερχόταν η ώρα που θα πλήρωναν πολύ ακριβά τις συντάξεις που έβγαλαν κάποιες κυρίες με μόλις 15 χρόνια υπηρεσίας και από τα 40 – 45 ξεκίνησαν καθημερινά το πρωινό κομμωτήριο και την καφετέρια. Και το πλήρωσαν γιατί το ανέχτηκαν τότε, προφανώς ευελπιστώντας ότι κάποια στιγμή θα γίνονταν εκείνες οι αποδέκτες αυτής της ευνοϊκής και ανεδαφικής κατάστασης. Θα μπορούσα να θυμηθώ πολλές άλλες σκανδαλώδεις περιπτώσεις πρόωρων ή «μαϊμού» συνταξιοδοτήσεων αλλά δεν είναι αυτός ο σκοπός του άρθρου.
Οι νέοι δείκτες που σήμερα έχουν πάρει τη σκυτάλη από τους παλαιότερους έχουν να κάνουν με το ποσοστό μείωσης του δημόσιου χρέους, το ποσοστό του επί του ΑΕΠ, τα ποσοστά μείωσης μισθών και συντάξεων, τα ποσοστά των εργαζομένων ανά επαγγελματικό κλάδο, δείκτες που αυτή τη φορά κρύβουν μέσα τους ένα πολύ επικίνδυνο παιχνίδι που παίζουν εν γνώσει τους κάποιοι στην πλάτη του λαού. Η επιδίωξη σύγκρουσης μεταξύ των κοινωνικών και επαγγελματικών τάξεων είναι το επικίνδυνο παιχνίδι της εποχής. Μέσα σε μια πολύ μεγάλη οικονομική κρίση, η κυβέρνηση επιδιώκει να ενοχοποιήσει κλάδους και οικονομικές τάξεις, να αφανίσει κάποιες από αυτές και να αποπροσανατολίσει τον κόσμο, προβάλλοντάς του ως ικανοποίηση την επίτευξη των στόχων που έχουν θέσει στη χώρα κάποιοι άνθρωποι έξω από αυτή.
Ο εφιάλτης των δεικτών έχει επιστρέψει, αλλά και αυτή τη φορά ο πιο σημαντικός δείκτης αποσιωπάται συνειδητά. Είναι ο δείκτης της ίδιας της κοινωνίας που δείχνει ότι καθημερινά δημιουργούνται ρήγματα. Που δείχνει ότι η κοινωνία δεν αντέχει αυτή την πολιτική των περικοπών, όχι γιατί είναι απλά δυσάρεστη, αλλά γιατί δεν έχει κανένα ουσιαστικό αποτέλεσμα. Η οικονομία τελματώνεται, οι φόροι δεν φέρνουν αποτελέσματα, η κατανάλωση πέφτει. Και αργά η γρήγορα η κοινωνία θα δείξει το μεσαίο της δάχτυλο ως τον πιο έγκυρο δείκτη της εποχής …
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου