Περιοδικό MyPress - Τεύχος 26 - Μάρτιος/Απρίλιος 2011
Μόλις στο προηγούμενο τεύχος συζητούσαμε για το πρωτοφανές κύμα βιογραφικών που στέλνονται από ελληνόπουλα στην ευρωπαϊκή πύλη αναζήτησης εργασίας στο διαδίκτυο, Europass. Για το έτος 2010, κατατέθηκαν 48.811 συμπληρωμένα ελληνικά βιογραφικά, αναφερόμενα σε ποσοστό 70 %, σε χρήστες κάτω των 30 ετών.
Μια ολόκληρη γενιά Ελλήνων, η πιο παραγωγική και η πιο δυναμική, αναζητά εναγωνίως την τύχη της στο εξωτερικό, αποκαμωμένη ύστερα από πολυετείς σπουδές, μετά από συνεχείς εξετάσεις και αγώνα για απόκτηση πρόσθετων προσόντων. Ξένες γλώσσες, δεξιότητες στους ηλεκτρονικούς υπολογιστές, μεταπτυχιακές εξειδικεύσεις, ακόμη και τίτλοι διδακτορικών στοιβάζονται πλέον στα ατελείωτα ελληνικά ράφια της ανηλεούς ανεργίας.
Το μέλλον προδιαγράφεται εξαιρετικά δυσοίωνο με χιλιάδες ανέργους να προστίθενται κάθε μήνα στην ατελείωτη σειρά που έχει ήδη διαμορφωθεί. Οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις κλείνουν η μια πίσω από την άλλη, οι μεγάλες επιχειρήσεις προχωρούν σε δραματικές περικοπές ή ετοιμάζονται να μεταναστεύσουν σε πιο «φτηνές» χώρες των Βαλκανίων. Οι αυτοαπασχολούμενοι προσπαθούν να κρατήσουν την πελατεία τους με νύχια και με δόντια, γεγονός που τους κάνει απρόθυμους για επέκταση των δραστηριοτήτων τους, αφού κάτι τέτοιο θα απαιτούσε συνεργασία με άλλους επαγγελματίες. Και μόνο η ιδέα του μοιράσματος του πολύτιμου πελατολογίου, καθιστά απαγορευτική κάθε τέτοια προοπτική μόνο και μόνο για λόγους επιβίωσης.
Το κράτος δεν μπορεί να βοηθήσει τους νέους με δράσεις για την επιχειρηματικότητα, τα κονδύλια για χρηματοδοτήσεις είναι ανύπαρκτα και οι τράπεζες δεν δανείζουν πια ούτε με υποθήκη. Έχουν μαζέψει τόσα ακίνητα και έχουν συγκεντρώσει στις μάντρες τους τόσα αυτοκίνητα, που δεν μπορούν να τα πουλήσουν, δεν τις συμφέρει να τα ρευστοποιήσουν και συνεπώς δεν ρίχνουν χρήμα για παραγωγικές δραστηριότητες. Υπάρχει απλώς μια συνεχής ροή εγγυήσεων από τα κρατικά ταμεία προς τα τραπεζικά, ροή που για την ώρα διασφαλίζει απλώς ότι δεν θα πτωχεύσουν και οι δύο.
Η συντριπτική πλειοψηφία των νέων στην Ελλάδα αποτελείται από ανθρώπους σπουδαγμένους που δεν περιμένουν τα δελτία των 8 για να αντιληφθούν σε πλήρη έκταση το τι συμβαίνει. Οι σημερινοί νέοι δεν είναι σαν ένα μεγάλο κομμάτι των πρεσβύτερων που αγωνιούν πια για το αν θα κατορθώσουν να συγκεντρώσουν τα τελευταία τους ένσημα για να βγουν στη σύνταξη. Δεν είναι σαν ένα επίσης μεγάλο κομμάτι πρεσβύτερων που παρακολουθούν με κομμένη την ανάσα την Τρέμη, τον Πρετεντέρη, τον Παπαχελά κ.α., όταν αναλύουν τα νέα από την κάθε ευρωπαϊκή σύνοδο κορυφής, αναμένοντας στωικά την ώρα που θα ακούσουν το «δυστυχώς πτωχεύσαμε».
Οι νέοι άνθρωποι σήμερα ενημερώνονται κυρίως από το διαδίκτυο, μπορούν να μπουν σε εκατοντάδες διαφορετικές σελίδες, να συνθέσουν πληροφορίες και να βγάλουν συμπέρασμα. Ξέρουν να διαβάσουν ιστοσελίδες του εξωτερικού, ξέρουν να βρουν ραπόρτα αναλυτών διεθνούς κλίμακας, μπορούν να αξιολογήσουν την ποιότητα μιας πρωτογενούς πληροφορίας που στην Ελλάδα φτάνει μέσα από τα τηλεοπτικά κανάλια «χτενισμένη» ή «επιμελώς φτιασιδωμένη», έτσι ώστε να εξυπηρετήσει τα όποια συμφέροντα κάθε είδους.
Η γενιά των Ελλήνων που σήμερα βρίσκεται μεταξύ 25 και 45 ετών, είναι μια γενιά που από το ίδιο το «σύστημα» στράφηκε σε οικονομικές σπουδές ή σε παραπλήσιους κλάδους που είχαν άμεση και άρρηκτη σχέση με την οικονομία, την κατανόηση των οικονομικών συνθηκών, την παραγωγή αγαθών ή υπηρεσιών που θα παράγουν πλούτο, ή καλύτερα κέρδος. Αυτά τα ελληνόπουλα, το ίδιο το σύστημα, από την πρώτη στιγμή που μπήκαν στην εκπαιδευτική διαδικασία, τα δίδαξε τη θεωρία της «μεγιστοποίησης του κέρδους» ως θεμέλιο λίθο επιχειρηματικής δράσης, ως θεμέλιο ζωής, ως άξονα συμπεριφοράς και εν τέλει, ως στάση αντιμετώπισης των όποιων συνθηκών.
Αυτό και βέβαια δεν είναι κάτι το μεμπτό, δεν αποτελεί κάτι το καταδικαστέο ή το αποτυχημένο. Το λάθος του «συστήματος» σήμερα, όμως, είναι ότι επιζητά από αυτή τη γενιά να μην αντιλαμβάνεται τι τρέχει γύρω της. Νομίζει ότι αυτά τα νέα παιδιά με τις γνώσεις που απέκτησαν, δεν είναι σε θέση να αποκρυπτογραφήσουν την πραγματική κατάσταση. Ξεχνάει ότι αυτοί οι άνθρωποι βρίσκονται στην αφετηρία της ζωής τους, διψούν να δημιουργήσουν και να κυνηγήσουν το όνειρό τους και απαιτεί στην πρώτη τους κιόλας εκκίνηση να συνηθίσουν στην ιδέα ότι θα τρέξουν προς τα πίσω, τους ζητά να βάλουν όπισθεν και να αναπτύξουν ταχύτητα.
Το «σύστημα» έκανε λάθος με το ίδιο του το καλούπι. Αυτή η γενιά έχει αποκτήσει τέτοιες γνώσεις και τέτοιες δεξιότητες που δεν μπορεί να χαλιναγωγηθεί απλώς με τη δαμόκλειο σπάθη μιας ενδεχόμενης χρεοκοπίας της χώρας. Ακόμα και ο – τόσο πολύ υποβαθμισμένος σήμερα από τους ίδιους τους πολιτικούς – δημόσιος τομέας, έχει συγκεντρώσει μέσα από τις αξιοκρατικές του διαδικασίες (όταν έχουν εφαρμοστεί αυτές) προσωπικό που βρίσκεται σε τεράστια αντιδιαστολή με το προσωπικό που εισήλθε την περασμένη τριακονταετία. Άνθρωποι με πλούσια προσόντα αγωνίζονται καθημερινά και μέσα στο δημόσιο τομέα να βγουν στην επιφάνεια, αλλά εκεί τα πράγματα είναι ακόμη χειρότερα. Φροντίζει καθημερινά το ίδιο το κράτος να τους κόβει τα πόδια και να τους ρίχνει την ψυχολογία, να τους λέει «κοπρίτες» και να τους μεταδίδει ενοχικά σύνδρομα περασμένων πρακτικών και δεκαετιών.
Ας έρθουμε όμως στον δικό μας μικρόκοσμο, στον τοπικό μικρόκοσμο της Κορινθίας. Ξέχασαν ξαφνικά όλοι τί έστειλαν τα παιδιά τους να σπουδάσουν σε Ελλάδα και εξωτερικό. Οικονομικά, ναυτιλιακά, διοίκηση επιχειρήσεων, νομικά, χρηματοοικονομικά, τραπεζικά, logistics, consulting, auditing κτλ κτλ … Αυτά ήταν τα killer και must αντικείμενα σπουδών των προηγούμενων δεκαπέντε ετών τουλάχιστον.
Γύρισαν αυτά τα παιδιά ή θέλουν να γυρίσουν στον τόπο τους. Με τις βαλίτσες τους γεμάτες τίτλους, επαίνους, masters, εξειδικεύσεις. Δαπανήθηκαν τεράστια ποσά για την εκπαίδευσή τους και σήμερα ψάχνουν δουλειά. Και τι τους λέει το κράτος εκπροσωπούμενο από την ίδια την κυβέρνηση και τους αυτοδιοικητικούς του φορείς ; Τους μιλάει για ορδές κινέζων τουριστών που θα γεμίσουν τους καφενέδες και τα σουβλατζίδικα. Τους μιλάει για κρουαζιερόπλοια που θα καταφθάνουν υπό τους παιάνες της μπάντας του δήμου, με τους επαγγελματίες να στέκουν στις προθήκες τους, όπως στέκονται οι τσολιάδες στα «Βλάχικα» της Αττικής, εκλιπαρώντας για πελάτες.
Το Λουτράκι ζητάει μαρίνα για να έρχονται οι νεόπλουτοι αναζητώντας τα βράδια παρέα και φτηνά συνεργεία συντήρησης. Η Κόρινθος ζητάει μαρίνα γιατί λέει είναι πολύ καλή διαμετακομιστική περιοχή ώστε να πάνε οι Κινέζοι στην Ακρόπολη και να φάνε στο μεταξύ το κατιτίς τους. Όλοι ζητάνε μαρίνες, τουρίστες, ψησταριές, καφενέδες.
Ξάφνου η κοινωνία διαπιστώνει ότι για όλα αυτά δεν χρειαζόταν να κάνει τα παιδιά της επιστήμονες και να συντηρήσει όλη την ελληνική παραοικονομία των φροντιστηρίων. Μουδιασμένη σκέφτεται ότι ίσως έτσι να βρεθεί και κανένα μεροκάματο.
Μα οι νέοι ετοιμάζονται για αλλού. Δεν καταδέχονται να γυρίσουν στην εποχή του «Θύμιου» που ενσάρκωσε ο Χατζηχρήστος. Έχουν άλλα όνειρα. Και καταλαβαίνουν ότι εδώ καράβια χάνονται, μαρίνες αρμενίζουν …