Παρασκευή 29 Ιουλίου 2011

Η ανυπακοή της Συγκλήτου







Μαρία Κατσουνάκη
Αρθρογράφος
Άρθρο της στην εφημερίδα "Καθημερινή" - 22/7/2011


Χθες κατατέθηκε στη Βουλή το τελικό σχέδιο νόμου για την τριτοβάθμια εκπαίδευση. Από τη στιγμή που δόθηκε στη δημοσιότητα, πριν από περίπου 20 ημέρες, έγινε αντικείμενο σφοδρών αντιπαραθέσεων. Παρακολουθούσα με προσοχή τα υπέρ και τα κατά, υποθέτοντας ότι και οι υπερασπιστές και οι πολέμιοι, ως πανεπιστημιακοί δάσκαλοι, διεκδικούν το καλύτερο για τα ΑΕΙ, την αποστολή και το μέλλον τους, μέσα σε ένα περιβάλλον που μεταβάλλεται βίαια απαιτώντας ευέλικτα ανακλαστικά και διορατικότητα.

Ως τη στιγμή που δημοσιοποιήθηκε η απόφαση της Συγκλήτου του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών, η οποία καταλήγει ως εξής: «Διαμηνύουμε στην κυβέρνηση πως ακόμα και αν ψηφίσει το νομοσχέδιο πραξικοπηματικά, δεν θα προχωρήσουμε στην εφαρμογή του, αλλά από τον Σεπτέμβρη θα προχωρήσουμε σε κινητοποιήσεις, ακόμα και σε αναστολή της λειτουργίας του ιδρύματος».

Κατ’ αρχάς, μόνο όποιος δεν δέχεται τους όρους και τους κανόνες της κοινοβουλευτικής Δημοκρατίας μπορεί να χαρακτηρίσει «πραξικοπηματική» τη διαδικασία ψήφισης ενός νόμου. Υστερα, πώς μπορεί να εισπράξει κανείς την απόφαση «δεν θα προχωρήσουμε στην εφαρμογή του», όταν προέρχεται από δασκάλους που οφείλουν, τουλάχιστον, να προασπίζονται την τήρηση των νόμων; Ποιο είναι το μήνυμα που στέλνουν στην κοινωνία; Οτι οι νόμοι που τους ανέδειξαν σε αυτό το αξίωμα είναι καλοί όταν συντάσσονται με την άποψή τους και κατάπτυστοι όταν διαφωνούν με τις θέσεις τους; Το ίδρυμα δε του οποίου σκοπεύουν «να αναστείλουν τη λειτουργία» είναι ιδιοκτησία τους; Εχουν περασμένα τα κλειδιά στο μπρελόκ τους ώστε να το ανοίγουν και να το κλείνουν κατά βούλησιν;

Για να αφήσουμε στην άκρη τους θλιβερούς δεκάρικους περί «αντιδημοκρατικού πλαισίου λειτουργίας» και γενικού «ξεπουλήματος». Οι έγκριτοι πανεπιστημιακοί που αρθρογραφούν ή υπογράφουν υπέρ της ψήφισης του νομοσχεδίου, με όποιες επιμέρους ενστάσεις, τάσσονται υπέρ της «αδιαφάνειας», της «συναλλαγής» και της «επικράτησης ομάδων συμφερόντων»; Δεν είναι και εκείνοι πανεπιστημιακοί δάσκαλοι με πολύχρονη εμπειρία και επιστημονικές περγαμηνές;

Η ανακοίνωση της Συγκλήτου θέτει την εκπαιδευτική διαδικασία σε εμφυλιοπολεμική συνθήκη. Πώς να πείσει ότι προασπίζεται το δημόσιο συμφέρον και το δημόσιο πανεπιστήμιο, όταν το κείμενο που έχουν συντάξει τα μέλη της μόνο αίσθημα ευθύνης δεν αποπνέει; Αντίθετα, πιστοποιεί υπέρβαση εξουσίας, εντάσσοντας μια προσπάθεια για μεταρρύθμιση σε έναν αντιμνημονιακό τυφλοσούρτη, που αναδεικνύει το μη επιχείρημα σε επαναστατικό μανιφέστο.

Η Σύγκλητος εμφανίζεται ως να αποτυπώνει, πολλαπλασιάζοντας μάλιστα, τη συντεχνιακή λογική που ορίζει εν πολλοίς το αυτοδιοίκητο των πανεπιστημίων. Να αρνείται οτιδήποτε μπορεί να θέσει εν κινδύνω εγκαθιδρυμένες συντεχνιακές σχέσεις και συμφέροντα. Ομως η νομιμοποίηση που προσδίδει στα μέλη της Συγκλήτου η εκλογή τους από την ακαδημαϊκή κοινότητα δεν έχει καμία σχέση με τη νομιμότητα που οφείλει να περιβάλλει τη θέση τους. Και η τελευταία, με την ανακοίνωση, δέχθηκε ένα ισχυρότατο πλήγμα.



Τετάρτη 27 Ιουλίου 2011

Η επιλεκτική χρεοκοπία και η μείωση του χρέους







Σταύρος Λυγερός
Αρθρογράφος
Άρθρο του στην εφημερίδα "Καθημερινή" - 22/7/2011

Η απόφαση της Συνόδου Κορυφής θα κριθεί από το εάν καταστήσει το ελληνικό χρέος βιώσιμο, χωρίς να προκαλέσει σοβαρές παρενέργειες στην Ευρωζώνη. Αυτό σημαίνει ότι χρειάζεται τόση μείωση του ελληνικού χρέους όση θα επιτρέψει στην Ελλάδα να το εξυπηρετεί αυτοδυνάμως. Μείωση γίνεται με «κούρεμα» της ονομαστικής αξίας των ομολόγων, με μεγάλη επιμήκυνση, που θα συνοδευθεί με χαμηλό επιτόκιο, με προμήθεια από τη δευτερογενή αγορά ομολόγων, που πουλιούνται στο μισό της αξίας τους, καθώς και μ’ ένα συνδυασμό.

Ας επιλέξει η Ευρωζώνη και τον συνδυασμό των τρόπων και τις πηγές χρηματοδότησης. Αρκεί η μείωση να είναι επαρκής, ώστε να καταστήσει το χρέος βιώσιμο. Αυτό δεν συμφέρει μόνο την Ελλάδα. Συμφέρει και τους ομολογιούχους και την Ευρωζώνη. Εάν η μείωση είναι μικρότερη απ’ όσο χρειάζεται για να καταστήσει το χρέος βιώσιμο, οι αγορές θα συνεχίσουν τις επιθέσεις τους, η κρίση θα ανακυκλωθεί, θα υπάρξει κίνδυνος μιας ανεξέλεγκτης χρεοκοπίας και στην καλύτερη περίπτωση θα επιβληθεί από τα πράγματα νέα αναδιάρθρωση.

Αυτή είναι η ουσία και προκαλεί απορία η ενδοελλαδική διένεξη για την επιλεκτική χρεοκοπία. Ο χαρακτηρισμός που θα δώσουν οι οίκοι αξιολόγησης ενδιαφέρει όσους εμπλέκονται με ασφάλιστρα CDS, όχι την Ελλάδα. Το επιχείρημα ότι η Ευρωτράπεζα θα σταματήσει να δέχεται ως εγγύηση τα ελληνικά ομόλογα δεν λαμβάνει υπόψη ότι το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο θα αποφασίσει μόνο εάν έχει ήδη εξασφαλίσει τη συναίνεση του Τρισέ. Γι’ αυτό, άλλωστε, οι Μέρκελ και Σαρκοζί τον κάλεσαν να συμμετάσχει στις συνομιλίες τους. Με άλλα λόγια, η παροχή ρευστότητας στις ελληνικές τράπεζες θα είναι οργανικό τμήμα της όποιας συμφωνίας.

Είναι τραγικό, πάντως, η δημόσια συζήτηση να διεξάγεται με την τρομοκρατία των λέξεων και όχι με ορθολογικούς όρους. Οσοι αντιτίθενται στη συμμετοχή των ιδιωτών, πρέπει να εξηγήσουν γιατί είναι λάθος να πληρώσουν και οι τράπεζες μέρος του κόστους. Το επιχείρημα ότι θα προκληθεί αύξηση των επιτοκίων είναι συζητήσιμη, αλλά δεν αφορά την Ελλάδα, που είναι εκτός αγορών. Το ευρωομόλογο θα ήταν λύση, αλλά δεν υπάρχει η αναγκαία συμφωνία. Και η Ελλάδα επείγεται να μειώσει σημαντικά το χρέος της. Εκτός των άλλων και επειδή στον ορίζοντα της Ευρωζώνης έχουν συσσωρευθεί πολλά και βαριά σύννεφα.



Δευτέρα 25 Ιουλίου 2011

Η «αποδιάρθρωση» των ΑΕΙ








Παναγιώτης Νούτσος

Άρθρο του στην εφημερίδα "Ελευθεροτυπία" - 17/7/2011

Η «Σχολή» θα «καλύπτει μια ενότητα συγγενών επιστημονικών κλάδων» και επομένως θα τερματίσει το βίο της ως «σύνολο συγγενών επιστημών». Η υπόσχεση είναι να «εξασφαλίζει τη διεπιστημονική και διακλαδική προσέγγιση και επικοινωνία τους» και όχι την «αναγκαία για την επιστημονική εξέλιξη αλληλεπίδρασή τους». Τούτο θα αφορά τόσο τις προπτυχιακές σπουδές, στις οποίες θα επιμείνω εδώ, όσο και τη «Μεταπτυχιακή Σχολή» και τη «Σχολή διά βίου μάθησης και εξ αποστάσεως εκπαίδευσης». Και τι άλλο αναμένεται; Ο «αναγκαίος για τη διδασκαλία και την έρευνα συντονισμός» αυτών των «επιστημονικών κλάδων» και όχι ο «αναγκαίος για την έρευνα και τη διδασκαλία συντονισμός» των συγγενών επιστημών.

Αυτή η αλλαγή των προτεραιοτήτων δεν είναι τυχαία ούτε αμελητέα, αλλά συνδέεται με τη μετονομασία και τη μετάπλαση του «διδακτικού - ερευνητικού προσωπικού» σε «διδακτικό προσωπικό», όπως άλλωστε το μαρτυρούν και οι αμέσως επόμενες επισημάνσεις. Η «Σχολή» πια θα οργανώνει «προγράμματα σπουδών» και θα «αναθέτει την υλοποίησή τους σε ομάδες διδασκόντων» (ευφάνταστος δήμαρχος θα τις ονόμαζε «συνεργατικές ομάδες») που με τη σειρά τους θα αποτελούν τη «βασική εκπαιδευτική ομάδα», υπεύθυνη απλώς για την «οργάνωση της διδασκαλίας» και τη «συνεχή βελτίωση της μάθησης». Δηλαδή, καταργείται το Τμήμα που έως τώρα συγκροτεί τη «βασική λειτουργική ακαδημαϊκή μονάδα» και «καλύπτει το γνωστικό αντικείμενο μιας επιστήμης» και για τούτο το πρόγραμμα σπουδών του «οδηγεί σε ενιαίο πτυχίο».

Σε ποιον θα ανήκει η αρμοδιότητα της «έγκρισης των προγραμμάτων σπουδών, γενικών και ειδικών», αφού το μόνο που θα απομείνει στη γενική συνέλευση των «Προγραμμάτων Σπουδών» (με την εξαφάνιση επίσης των «Τομέων», των πρωτογενών κυττάρων της διδακτικής και ερευνητικής παρουσίας των πανεπιστημίων) θα είναι αποκλειστικά η «εφαρμογή» τους; Τόσο το «γενικό πρόγραμμα σπουδών» ή το «πρόγραμμα σπουδών του πρώτου έτους μίας σχολής» όσο και το «ειδικό πρόγραμμα σπουδών» ή το «πρόγραμμα σπουδών μετά το γενικό πρόγραμμα μιας σχολής», δύο ή τριών ετών, εγκρίνεται από την κοσμητεία (που διατηρεί και τη «γενική εποπτεία») έπειτα από «πρόταση ειδικής επιτροπής» που απαρτίζεται από τον κοσμήτορα και άλλους πέντε καθηγητές της Σχολής. Επιπλέον, το «περιεχόμενο του προγράμματος σπουδών εγκρίνεται από τον πρύτανη, ύστερα από σύμφωνη γνώμη της κοσμητείας», ενώ ο οικείος «Κανονισμός σπουδών», που «καταρτίζεται και τροποποιείται από τον πρύτανη», «εγκρίνεται από το Συμβούλιο του Ιδρύματος».

Ποιος εκλέγει τον κοσμήτορα που «επιβλέπει την εφαρμογή» των «γενικών» και «ειδικών» προγραμμάτων σπουδών και ο οποίος ενδέχεται να είναι βυζαντινολόγος, σλαβολόγος, θεατρολόγος, μουσικολόγος κ.λπ. σε μια Φιλοσοφική Σχολή έντεκα Τμημάτων-«Ομάδων διδασκόντων» και «διδασκουσών»; Καταφανώς όχι η «Σχολή» του, αλλά το «Συμβούλιο του Ιδρύματος» και ο πρύτανης που τον «διορίζει». Τι άλλο, συναφώς, αποφασίζει το «Συμβούλιο»; Την «ίδρυση, κατάργηση ή μετονομασία προγραμμάτων σπουδών». Μεσολαβεί η Σύγκλητος, με «σύμφωνη γνώμη», στην οποία όμως βαρύνουσα αριθμητική θέση έχουν οι ως άνω επιλεγέντες κοσμήτορες και ο πρύτανης. Κι ο τελευταίος πώς εκλέγεται; Απλώς επιλέγεται από το Συμβούλιο του Ιδρύματος, καθηγητής της «ημεδαπής ή της αλλοδαπής», αδιαφόρου ιθαγένειας και υπηκοότητας.

Τέλος, αυτό το ύπατο όργανο, που δίδει τη χαριστική βολή στη συνταγματική πρόβλεψη για τα «νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου» τα «πλήρως αυτοδιοικούμενα», πώς συγκροτείται; Από έναν φοιτητή ενιαύσιας και μη ανανεώσιμης θητείας (θα λαμβάνει κι αυτός «κατ' αποκοπή αποζημίωση»;) και εφτά καθηγητές για τέσσερα χρόνια (με δυνατότητα αυτά να γίνουν οχτώ), «πλήρους και αποκλειστικής απασχόλησης» αλλά και μόνον «πλήρους» (που θα έχουν όμως τη δυνατότητα να «ασκούν ελευθέριο επάγγελμα» δικηγόρου ή γιατρού). Ενώ ο πρόεδρος και ο αναπληρωτής του ανήκουν στα άλλα εφτά εξωτερικά μέλη ποικίλης προέλευσης και «κοινωνικής δραστηριότητας» ή «σημαντικής προσφοράς στο κοινωνικό σύνολο» (όπως θα μπορούσε να εκτιμηθεί ένας μητροπολίτης, ένας καναλάρχης, ένας πρόεδρος ποδοσφαιρικού σωματείου ή ένας τραπεζίτης με «εμπειρία στον τομέα διοίκησης»).

Μόνο που εδώ δεν κλείνει ο κύκλος, όσο κι αν ευκρινώς τούτο προδιαγράφεται. Γιατί «απαραίτητη προϋπόθεση για την ίδρυση και λειτουργία όλων των προγραμμάτων σπουδών» είναι η «πιστοποίησή» τους, σύμφωνα με τις «διαδικασίες και τα κριτήρια» της «Αρχής Διασφάλισης και Ποιότητας στην Ανώτατη Εκπαίδευση». Θα έχει προηγηθεί η εφαρμογή «δεικτών ποιότητας» της «εκπαιδευτικής διαδικασίας» (καθαρά μετρήσιμα πράγματα: «αριθμητική σχέση», «αριθμός Κέντρων Αριστείας», «αριθμός φοιτητών») για να ακολουθήσει η «πιστοποίηση» του «προσανατολισμού του προγράμματος σπουδών» και της «ζήτησης στην αγορά εργασίας των αποκτώμενων προσόντων». Ως προς τις Φιλοσοφικές Σχολές, στο «Συμβούλιο» της «Αρχής» θα περιλαμβάνεται «εν ενεργεία καθηγητής», ανάμεσα σε άλλα δεκατέσσερα μέλη, με «εξειδίκευση» στους «επιστημονικούς κλάδους» των «ανθρωπιστικών επιστημών ή καλών τεχνών»...


Παρασκευή 22 Ιουλίου 2011

Οι κίνδυνοι του «selective default»









Αντώνης Καρακούσης
Αρθρογράφος
Άρθρο του στην εφημερίδα "Το Βήμα on line" - 17/7/2011


Η έννοια της «επιλεκτικής χρεοκοπίας» (selective default) εισέβαλε δυναμικά στηζωή μας τις τελευταίες ημέρες. Και κατά τα φαινόμενα θα μας απασχολήσει έντονα τουλάχιστον στις επόμενες δύο εβδομάδες, αν- όπως εικάζεται- η Σύνοδος Κορυφής της προσεχούς Πέμπτης καταλήξει σε ένα σχήμα οργανωμένης αναδιάρθρωσης και απομείωσης του ελληνικού χρέους, σαφώς με συμμετοχή και των ιδιωτών, δηλαδή των τραπεζών και των ιδιωτών που κατέχουν ομόλογά μας.

Το μεγαλύτερο ρίσκο αυτής της διασωστικής επιχείρησης πηγάζει κυρίως από το πολύ πιθανό ενδεχόμενο να κηρυχθεί η χώρα από τους ξένους σε κατάσταση «επιλεκτικής χρεοκοπίας». Αρκετοί την αντιμετωπίζουν με σχετική άνεση και ορισμένοι με τη βεβαιότητα ότι δεν πρόκειται για κάτι συγκλονιστικό, αλλά διαχειρίσιμο.

Ωστόσο υπάρχουν ορισμένα στοιχεία και χαρακτηριστικά τα οποία θα έπρεπε να καθιστούν τους πάντες επιφυλακτικούς.

Κατ΄ αρχάς, η μετάπτωση σε ένα, έστω προσωρινό- ολίγων ημερών ή ολίγων εβδομάδων -, καθεστώς «επιλεκτικής χρεοκοπίας» θα ήταν αποτέλεσμα της μεταβολής των όρων, δηλαδή υποχρεώσεων, που διέπουν τίτλους (ομόλογα) του Ελληνικού Δημοσίου απέναντι σε πιστωτικά ιδρύματα και θεσμικούς επενδυτές του εξωτερικού ή του εσωτερικού. Για τους ειδικούς των αγορών και των οίκων αξιολόγησης, ακόμη και εκδήλωση διάθεσης μεταβολής των όρων (της διάρκειας, του επιτοκίου κτλ.) ενός ομολόγου δηλοί αδυναμία ή δυσκολία πληρωμών, η οποία αξιολογείται αναλόγως. Υπό αυτή την έννοια, η συζήτηση που διεξάγεται στην Ευρώπη για μια συμφωνία ρύθμισης του ελληνικού χρέους μέσω επαναγοράς, επιμήκυνσης, μείωσης του επιτοκίου ή «κουρέματος» των ελληνικών ομολόγων, δηλαδή με εθελούσια ή επιβεβλημένη εκ των συνθηκών συμμετοχή των ιδιωτών στο κόστος διάσωσης, δίνει το δικαίωμα σε έναν τρίτο να θεωρήσει ότι η χώρα βρίσκεται σε αδυναμία.

Από τη στιγμή που αυτό κριθεί, είναι στη διακριτική ευχέρεια του κάθε τρίτου να αξιολογήσει όπως νομίζει την κατάστασή μας. Επίσης, δεν έχει μεγάλη σημασία πώς θα ονομασθεί. Επιλεκτική ή μη, η χρεοκοπία είναι χρεοκοπία και δεν μπορεί παρά να έχει συνέπειες.

Ο κόσμος, τα διεθνή μίντια, οι διαχειριστές κεφαλαίων δεν θα κρατήσουν τον επιθετικό προσδιορισμό της χρεοκοπίας, αλλά αυτή καθαυτή τη χρεοκοπία.

Οση προσπάθεια και αν καταβληθεί προκειμένου να πέσει στα μαλακά, το κλίμα θα βαρύνει ακόμη περισσότερο, η χώρα θα πέσει πολύ χαμηλά, το οικονομικό και πολιτικό κόστος θα είναι μεγάλο.

Επίσης, αν η συμφωνία διάσωσης της Ελλάδας αξιολογηθεί ως «επιλεκτική χρεοκοπία», τότε οι τράπεζές μας θα χρειασθούν «πιστωτική ενίσχυση», δηλαδή δάνεια, προκειμένου να αντιμετωπίσουν τους κινδύνους προσωρινού αποκλεισμού τους από τις αγορές και από αυτήν ακόμη την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα. Είναι κρίσιμο λοιπόν να έχουν εξασφαλισθεί εκ των προτέρων.

Το χειρότερο ίσως είναι ότι πιθανώς ένα τέτοιο γεγονός να ενισχύσει τις υποβόσκουσες απόψεις στην Ευρώπη για εκδίωξη της Ελλάδας από την ευρωζώνη. Δεν είναι λίγοι εκείνοι στην Ευρώπη που υποστηρίζουν ότι η χώρα μας δεν μπορεί να αντεπεξέλθει στο εντόνως ανταγωνιστικό και δημοσιονομικά αυστηρό ευρωπαϊκό περιβάλλον και υποστηρίζουν ότι είναι καλύτερο τόσο για εκείνη όσο και για την ευρωζώνη να εξέλθει από αυτήν. Αυτό που μας σώζει βεβαίως είναι η διάχυση της κρίσης σε ολόκληρη την Ευρώπη.

Ακόμη, είναι αμφισβητήσιμο το όφελος που μπορεί να προκύψει για τη χώρα. Κανένας αυτή τη στιγμή δεν μπορεί να προσδιορίσει με ακρίβεια τα οφέλη της προετοιμαζόμενης συμφωνίας. Το πιθανότερο είναι πάντως ότι συνδυασμένα οι ρυθμίσεις δεν θα μειώσουν το ελληνικό δημόσιο χρέος πάνω από 40 δισ. ευρώ. Δεν είναι βεβαίως αμελητέα τέτοιου μεγέθους ενδεχόμενη μείωση του δημόσιου χρέους, αλλά είναι σκόπιμο να συνυπολογίσει κανείς τους πολιτικούς και οικονομικούς κλυδωνισμούς που μπορεί να προκαλέσει μια συμφωνία διάσωσης η οποία θα υποβιβάζει έστω προσωρινά- άγνωστο για πόσο- τη χώρα σε καθεστώς «επιλεκτικής χρεοκοπίας». Πράγμα που επιβάλλει τη διεκδίκηση όσο γίνεται μεγαλύτερης ρύθμισης του ελληνικού χρέους. Κάτι που μπορεί πραγματικά να αντισταθμίσει τα βάρη αυτού του ιδιότυπου καθεστώτος.

Τετάρτη 20 Ιουλίου 2011

Το παλιό και το νέο








Παντελής Μπουκάλας
Αρθρογράφος
Άρθρο του στην εφημερίδα "Καθημερινή" - 16/7/2011


Μέσα στη μέθη των περικοπών μειώθηκε μέχρι μηδενισμού η οικονομική στήριξη της επίσημης Ελλάδας στις έδρες νεοελληνικών σπουδών σε πανεπιστήμια του εξωτερικού. Του Κέμπριτζ πρέπει να τα φέρει βόλτα με 4.000 ευρώ, του δε Κολούμπια χωρίς ελληνική συνδρομή. Μία από τις εξηγήσεις που δόθηκαν αρμοδίως υπέδειξε ως αιτία τη χαμηλή δημοτικότητα των νέων ελληνικών. Η αλήθεια είναι ότι οι περιφερειακές γλώσσες, όπως η ελληνική, δυσκολεύονται στη διεθνή αγορά, όπως και αν την εννοήσουμε. Ειδικότερα, η νεοελληνική λογοτεχνία πολεμάει δεκαετίες τώρα, με λιανοντούφεκα έστω, να πείσει ότι η πεζογραφία της δεν εξαντλήθηκε στον Καζαντζάκη, η δε ποίησή της δεν τελείωσε με τον Καβάφη. Αλλά η ζήτηση δεν δημιουργείται πάντα μόνη της, θέλει την καλλιέργειά της.

Ζήτηση αυτοφυής, για να αλλάξουμε εποχή, υπάρχει από παλιά, κι ακόμα κρατάει ώς ένα βαθμό, για τη λογοτεχνία και τον στοχασμό των αρχαίων. Αλλά ούτε γι' αυτήν υπάρχουν δομές υποδοχής και καλλιέργειας - και πώς να υπάρξουν όταν ούτε καν για τους πλουτοφόρους αρχαιολογικούς χώρους και τα μουσεία δεν διαπιστώνεται επαρκής μέριμνα. Εχει προταθεί από παλιά και από διαφόρους (όχι βέβαια από «αρμοδίους»), η ίδρυση μιας σχολής, ενός κήπου λ. χ., όπου θα μπορεί ο καθείς, Ελληνας ή ξένος, να διδάσκεται αρχαία ελληνική γλώσσα, τέχνη, γραμματεία, με δασκάλους επίσης Ελληνες και ξένους, τους κορυφαίους ει δυνατόν, ώστε η φήμη να κάνει τη δουλειά της γρήγορα. Με πληρωμή η μαθητεία, κάτι παραπάνω από συμβολική. Και δίχως τον στόχο ενός ανταποδοτικού πτυχίου. Απλώς για τη χαρά της γνώσης, που τη στραγγαλίζει η υποχρεωτική εκπαίδευση.

Διαθεσιμότητα υπάρχει, εδώ και έξω. Ακόμα και αρκετοί μετά πτυχίου φιλόλογοι θα έβρισκαν σοβαρό λόγο να μαθητεύσουν εκεί, να βαθύνουν όσα έμαθαν στις σχολές. Και βέβαια όσοι αρχαιόφιλοι συνειδητοποιούν ότι έπεσαν θύματα της ιδιωτικής αρχαιοκαπηλικής πρωτοβουλίας, που έχει στήσει τη μηχανή της και σε αυτόν τον τομέα. Ας περιμένουμε τη μεταμεθεπόμενη μεταρρύθμιση. Τότε που η ελληνική πολιτεία θα αποφασίσει να εκδώσει το σύνολο της αρχαίας γραμματείας, που παραμένει ανέκδοτο στον τόπο των απογόνων.



Δευτέρα 18 Ιουλίου 2011

Η αόρατη βία







Κώστας Κυριακόπουλος
Αρθρογράφος
Άρθρο του στην εφημερίδα "Ελευθεροτυπία" - 9/7/2011


Αυτό που πονάει, σαν απονεύρωση χωρίς αναισθησία, τη μεγαλύτερη κοινωνική ομάδα στην Ελλάδα είναι η ίδια η αίσθηση της κατάργησής της που επιφέρουν τόσο τα οικονομικά μέτρα όσο και η βία με την οποία επιβάλλονται.

Είναι η αίσθηση της ματαίωσης των ανθρώπων και της fast track μετατροπής τους σε μηχανάκια αποπληρωμής κατασκευασμένων χρεών. Είναι οι άνθρωποι που, μέχρι τώρα, εξελίσσονταν σε μια διαδικασία ζωής μεταξύ οικογένειας, σπουδών, εργασίας, συνεχούς επιμόρφωσης και πήγαινε λέγοντας, έστω και με την παρεξηγημένη βούλα του «μικροαστού».

Είναι οι άνθρωποι που έβλεπαν τις «Καγέν» να ξεχύνονται στους ελληνικούς δρόμους μετά το εκσυγχρονιστικό μπουρίνι του Χρηματιστηρίου, τους χλιδάτους με τις φορολογικές δηλώσεις ισόποσες των πούρων της χρονιάς. Είναι οι άνθρωποι που πλήρωναν -και συνεχίζουν- κανονικά τους φόρους τους και στήνονταν μάλιστα στις ουρές των εφοριών γι' αυτό. Είναι οι άνθρωποι που δεν έφαγαν τίποτα και με κανέναν. Απεναντίας.

Ομως, στη χώρα της ταμπέλας και της ρηχότητας, εξελίσσεται μαζί με όλα τα άλλα μια τεράστια επιχείρηση βίας που δεν έχει μόνο την πνιγηρή εκδοχή των δακρυγόνων, όσο και αν κάποιοι θέτουν υπεράνω της ζωής την ακεραιότητα των πεζοδρομίων της πλατείας Συντάγματος. Αν σηκώσει κάποιος το μακρύ, πολιτικό πέπλο αυτής της αόρατης βίας θα δει, μεταξύ άλλων, από κάτω:

- Τη βία που κρύβεται στην καθημερινή διαδικασία «φτήνιας». Και κυρίως από τις τεχνικές της προπαγάνδας που μετέρχονται οι πάντες ώστε να μην αναγκαστούν να παραδεχτούν ότι δεν διαθέτουν τα εργαλεία, πλέον, να ερμηνεύσουν αυτόν τον κόσμο. «Pinpoint the enemy», λένε οι Αμερικανοί «δάσκαλοι» της προπαγάνδας. Αυτό δεν κάνει το ΠΑΣΟΚ, όταν στιγματίζει ως μόνιμο εχθρό του τον ΣΥΡΙΖΑ για όλα τα κακά που συμβαίνουν στην Ελλάδα; Αυτό δεν κάνει και η Αριστερά, όταν δεν αναλύει το γιατί δεν κατορθώνει να εισπράξει έστω και ψιχία από τη μαζική οργή, η οποία έχει λόγους που είναι κατά βάση απολιτική; Το ίδιο δεν κάνει και η αντιπολίτευση της Ν.Δ. όταν πλέει σε πελάγη της δημοσκοπικής ευφορίας, σαν να βρίσκεται τουλάχιστον πέντε χρόνια πριν; Στον ίδιο κατήφορο δεν έχουν παρασυρθεί και οι άνθρωποι που πετούν γιαούρτια, βρίζουν γηπεδικώς, επιτίθενται φραστικώς σε πολιτικούς υπό την ταμπέλα «ανεπιθύμητοι»;

- Τη βία που κρύβει η πρόκληση του ομολογημένου, πλέον, μεσοπρόθεσμου μέλλοντος της κοινωνίας, όπως την ξέραμε μέχρι τώρα. Τη βία που γεννά το καθημερινό κυβερνητικό ψέμα και το ξεδιάντροπο «φορο-χέρι» του διαλυμένου πολιτικού συστήματος. Τη βία που γεννάει ο καθημερινός φόβος της απόλυσης, της περικοπής, της αντιμετώπισης κάποιας έκτακτης ανάγκης και χίλια δυο άλλα. Φόβος που μαθηματικώς οδηγεί στη δημιουργία βίαιων ανθρώπων, αλλά όχι με στόχο τις πραγματικές αιτίες του πολιτικού προβλήματος.

Σε τέτοιες περιπτώσεις στόχος της βίας των ανθρώπων είναι άλλοι άνθρωποι. Οδηγεί στην επικίνδυνη απο-ατομίκευση του ανθρώπου, δηλαδή στην αγέλη. Οδηγεί, βεβαίως, και στη δημιουργία ανθρώπων έτοιμων να δεχτούν όλα τα σχέδια αυτών που δεν πρόκειται να αγγίξει ποτέ η κρίση, χωρίς κατ' ανάγκην να στοχεύουν στη «σωτηρία της πατρίδας».

- Τη βία που γεννά η μαζική προσβολή από την παντελή έλλειψη, έστω και ίχνους, αξιοπρεπούς διαπραγμάτευσης της ελληνικής κυβέρνησης με τους Ευρωπαίους που βαφτίζουν «κοινοτική αλληλεγγύη» τη διάσωση των τραπεζών τους. Ευτύχημα μέσα στη μαυρίλα θα ήταν να μπορούσε η Ελλάδα να θυμίσει εμπράκτως, έστω και με το γρύλισμα του παγιδευμένου ζώου, στους Ευρωπαίους ότι όταν ακούν «Μοντεσκιέ» δεν πρόκειται για κάποιον οίκο αξιολόγησης...

Παρασκευή 15 Ιουλίου 2011

Είναι το «βουνό» ξανά ελκυστικό ;








Korinthius Maximus
Περιοδικό MyPress - Τεύχος 28 - Ιούνιος 2011


Παρατηρώ ότι τους τελευταίους μήνες
, σε εφημερίδες και τηλεοπτικά κανάλια, μια υπερδιέγερση σχετικά με τη νεώτερη ελληνική ιστορία. Στις εφημερίδες της Κυριακής δίνονται τόμοι με τη σύγχρονη ιστορία, στις καθημερινές θα βρείτε ειδικά αφιερώματα, προσανατολισμένα όλα σε δύο μεγάλες περιόδους, από το 1940 έως τη Χούντα και από την τραγωδία της Κύπρου, μέχρι το 2004 περίπου, όπου θεωρείται σημείο – ορόσημο η διοργάνωση των Ολυμπιακών Αγώνων.

Η περίοδος από τη γερμανική κατοχή μέχρι την επιβολή της δικτατορίας, είναι μια από τις πιο μεστές ιστορικές περιόδους της Ελλάδας. Περιέχει όλα εκείνα τα στοιχεία που την καθιστούν καταιγιστική και ελκυστική. Έχει ανατροπές, μίση και τρεις ουσιαστικά πολέμους. Περιέχει την ελληνική αντίσταση που καταλήγει στο τέλος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου και την απελευθέρωση, τη μαύρη σελίδα του εμφυλίου πολέμου και την τραγική σελίδα – επίλογο μιας δραματικής τριλογίας, που ολοκληρώνεται με τη μάχη της Κύπρου (αν μπορούμε να τη χαρακτηρίσουμε έτσι) και τη δημιουργία της αιμοφιλικής πληγής που μέχρι σήμερα αιμορραγεί και έχω την αίσθηση ότι θα το κάνει για αρκετά ακόμα χρόνια.

Είναι μια περίοδος που έχει και άλλα «ελκυστικά» χαρακτηριστικά. Τα περισσότερα ιστορικά αρχεία και στοιχεία της είναι είτε κατεστραμμένα, είτε ανύπαρκτα. Μέσα της χωρά κάθε σενάριο που θα μπορούσε να δημιουργήσει ένας ευφάνταστος νους, ενώ έχει άφθονο χώρο για συνωμοσιολόγους και θεωρίες που είναι ικανές να εμπλέξουν ακόμα και την αρχή δημιουργίας του σύμπαντος προκειμένου να αποκτήσουν υπόβαθρο αληθείας.

Πρόσφατα, στη ΝΕΤ – την κρατική τηλεόραση – είδα ένα ντοκιμαντέρ, ελληνικής παραγωγής, που ούτε λίγο, ούτε πολύ, για οτιδήποτε συνέβη στην Ελλάδα από την έναρξη του εμφυλίου, μέχρι την Κύπρο, καθιστούσε απόλυτα υπεύθυνους τους Αμερικάνους και τους Βρετανούς. Μέσα σε όλα αυτά, κάποια στιγμή – πρώτη φορά άκουσα αυτόν τον διαχωρισμό – τα δυο «στρατόπεδα» της χώρας μετά τον εμφύλιο ήταν οι «δημοκράτες» και οι «καπιταλιστές». Αυτή την ομαδοποίηση το ντοκιμαντέρ τη διατήρησε από τον εμφύλιο μέχρι και την Κύπρο !

Από αυτό το ντοκιμαντέρ δεν με ενόχλησε το έντονο αντιαμερικανικό στοιχείο που στο κάτω – κάτω μπορεί κάλλιστα να αποτελεί μια ιστορική άποψη, ή ακόμα και ένα δεδομένο μελέτης, όσο η παρουσίαση του ελληνικού λαού ως ένα απόλυτα κατευθυνόμενο, άβουλο και πειθήνιο σύνολο ανθρώπων που κατευθυνόταν από τις συγκυρίες και τις επιθυμίες κάποιων τρίτων, κλεισμένων σε γραφεία, πολύ μακριά από το φυσικό ελλαδικό χώρο.

Εσκεμμένα βέβαια, καθ’ όλη τη διάρκεια του ντοκιμαντέρ αποφεύχθηκαν οι αναφορές στις διεθνείς συμφωνίες και συνθήκες μετά το τέλος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, γεγονότα που εν πολλοίς ενέταξαν την Ελλάδα σε ένα σχεδιασμό συγκεκριμένου προσανατολισμού. Το ίδιο εσκεμμένα, αποφεύγονταν οι απαραίτητες διευκρινίσεις που έπρεπε να γίνουν σε σχέση με την άλλη πλευρά των συμφωνιών, εκείνη δηλαδή της ΕΣΣΔ, πλευρά η οποία αποδέχθηκε απόλυτα και συνυπέγραψε την ένταξη της Ελλάδας στη σφαίρα επιρροής των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής. Είτε μας αρέσει αυτό, είτε όχι, δεν μπορεί να μην αποτελεί τη βάση, το υπόβαθρο μιας μελέτης της ιστορίας εκείνης, αλλά και της μετέπειτα περιόδου.

Το ίδιο εσκεμμένα, έως και τεχνηέντως, αποκρύπτεται και η σκληρή μοίρα των χωρών που εντάθηκαν στη σφαίρα επιρροής της ΕΣΣΔ, χώρες που κατέληξαν να βιώσουν για περισσότερο από 4 δεκαετίες την σταλινική – κομμουνιστική πραγματικότητα που υπήρξε απολυταρχική, αδίστακτη και ολοκληρωτική. Ας μην ξεχνάμε άλλωστε, ότι η ίδια η ΕΣΣΔ ήταν εκείνη που καταδίκασε και έστειλε στη Σιβηρία (και σε άλλους σοβιετικούς «παραδείσους») τους Έλληνες πρωταγωνιστές των γεγονότων του εμφυλίου από την πλευρά της Αριστεράς, τους καταδίκασε για τις αποφάσεις τους και ουσιαστικά για τη μη αποδοχή από μέρους τους της συμφωνηθείσας πραγματικότητας μετά το τέλος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου.

Με όλα αυτά η Ελλάδα έχασε πολύτιμο χρόνο την ώρα που η υπόλοιπη Ευρώπη επούλωνε τις πληγές της. Η περίοδος του εμφυλίου, η μετεμφυλιακή περίοδος και η σκοτεινή επταετία, στέρησαν από τη χώρα περίπου 25 χρόνια εξέλιξης, ηρεμίας και προόδου. Και όταν λέω πρόοδο δεν μιλάω μόνο για τεχνολογία και βιομηχανία. Μιλώ για κουλτούρα, πολιτική νηνεμία, παραγωγική γαλήνη, παιδεία και υποδομές ενός κράτους απαγκιστρωμένου από το ταραχώδες παρελθόν. Στην Ελλάδα ακόμα και σήμερα πολλοί προβληματίζονται για το αν θα έπρεπε τελικά να είχαν παραδοθεί ή όχι τα όπλα (όσα παραδόθηκαν) μετά τη Βάρκιζα …

Πρόσφατα μάλιστα, διάβασα σε ένα βιβλίο το εξής καταπληκτικό. Μέχρι τα τέλη της δεκαετίας του 1960, στα βουνά της Κρήτης ανακαλύπτονταν θύλακες ομάδων ενόπλων που ακόμα δεν είχαν μάθει ότι ο εμφύλιος είχε τελειώσει ! Παρέμεναν με τα όπλα στο βουνό, ζώντας κάτω από φοβερές συνθήκες, περιμένοντας το φιρμάνι των οδηγιών για την περαιτέρω δράση τους. Κρατήστε το αυτό, θα μας χρειαστεί παρακάτω.

Σε όλη αυτή την ταραγμένη 20ετή περίοδο, το «βουνό» αποκτά έναν μυθικό ρόλο. Είναι το σημείο – ορόσημο της αντίστασης εναντίον των Γερμανών, αποκτά όμως ακόμα πιο ιδιαίτερη σημασία από τους αριστερούς ως τον προορισμό τους κάθε φορά που τα πράγματα δεν εξελίσσονται όπως τους είχαν πιθανώς υποσχεθεί οι ηγέτες τους.

Τα γράφω όλα αυτά, γιατί σήμερα θα βρούμε πολλές ομοιότητες με το πνεύμα εκείνων των εποχών. Τότε ήταν το Σχέδιο Μάρσαλ, η ΟΥΝΡΑ, η συμμαχική βοήθεια που έδιναν στην Ελλάδα οξυγόνο επιβίωσης (άσχετα με το αν χρησιμοποιήθηκαν λανθασμένα κάποιες φορές ή αν ένα μέρος διασπαθίστηκε), σήμερα είναι η Ευρωπαϊκή Ένωση, τα πακέτα Ντελόρ και οι διάφορες επιδοτήσεις ή δάνεια (άσχετα με το αν χρησιμοποιήθηκαν λανθασμένα κάποιες φορές ή αν ένα μέρος διασπαθίστηκε) που οδήγησαν τη χώρα στο σημείο – ορόσημο των Ολυμπιακών Αγώνων, σημείο που αμφισβητώ έντονα ως τέτοιο, αλλά το χρησιμοποιώ για να μην πάω τελείως κόντρα στις λεκτικές επιλογές των … βαθυστόχαστων ντοκιμαντέρ της ελληνικής κρατικής τηλεόρασης.

Και τότε και σήμερα, αφού χρησιμοποιήσαμε ως κράτος – όχι υποχρεωτικά ως μονάδες ο καθένας χωριστά – όλους αυτούς τους οικονομικούς πόρους, μέχρι τελευταίας ρανίδας, αφού στηρίξαμε την αγροτική μη παραγωγή μας, τη μη βιομηχανική μας ανάπτυξη και τον αναιμικό πρωτογενή μας τομέα σε επιδοτήσεις και δανειακές συμβάσεις, αφού επιχειρήσαμε να γίνουμε μια χώρα παραγωγής υπηρεσιών και τελικά βρεθήκαμε να είμαστε οι καλύτεροι και μεγαλύτεροι καταναλωτές εισαγόμενων υπηρεσιών, καταγγέλλουμε και κατακεραυνώνουμε όλους εκείνους που μας έδωσαν και συνεχίζουν να μας δίνουν.

Όπως τότε, ο αντιαμερικανισμός πότιζε τους «επαναστάτες» της Ελλάδας που μετά έγιναν οι πιο καλοντυμένοι και πιο χοντροί συνδαιτυμόνες στα τραπεζώματα της αμερικανικής πρεσβείας, έτσι σήμερα υπάρχει ένας αντιευρωπαϊσμός από εκείνους που έβγαζαν τις ωραιότερες φωτογραφίες στην ένταξη της χώρας στην ΟΝΕ, κραδαίνοντας το ευρώ στον αέρα.

Και τώρα, εγώ δεν θέλω πλατείες, κιθάρες, τραγούδια και αρχαιοελληνικές αναζητήσεις. Αν θέλουμε έστω και τώρα, ας ξανανεβούμε στο «βουνό» ή πιο αντρίκια ας πούμε ότι το μαγαζί φαλίρισε, δεν δίνουμε πίσω μια, πτωχεύουμε και είμαστε έτοιμοι να τη βγάζουμε με λάχανο, μαρούλι και ντομάτα από τον κήπο μας.

Το «βουνό» του σήμερα είναι αυτό. Να συμφωνήσουμε όλοι ότι είμαστε έτοιμοι να αρχίσουμε από το απόλυτο μηδέν, μόνοι και ανεξάρτητοι από τον οποιονδήποτε με ό,τι συνέπειες θα έχει αυτό. Και μετά από καμιά 30αριά χρόνια επιστρέφουμε.

Είναι λοιπόν το «βουνό» ξανά ελκυστικό ;



Τετάρτη 13 Ιουλίου 2011

Άποψη για τις πλατείες στο αφιέρωμα του MyPress








Korinthius Maximus
Περιοδικό MyPress - Τεύχος 28 - Ιούνιος 2011


Δεν μου λέει κάτι η «πλατεία» έτσι όπως είναι σήμερα. Δεν μου δίνει κάτι διαφορετικό, μια «διέξοδο» από το τέλμα στο οποίο βρισκόμαστε. Είμαι και εγώ προβληματισμένος, όχι αγανακτισμένος. Θεωρώ τον προβληματισμό πιο δημιουργικό από την αγανάκτηση. Η ανεργία χτυπάει κάθε μέρα και ένα νέο ρεκόρ, το πολίτευμά μας έχει προδοθεί και από εμάς και από τους αντιπροσώπους μας. Τους αντιπροσώπους που εμείς όμως εκλέγαμε, μερικούς από τους οποίους, τους ίδιους για περισσότερα από 30 χρόνια.

Παρακολουθώ την «πλατεία» στενά, όπου εκφράζεται ή όπου προσπαθεί να εκφραστεί, γιατί δεν είμαι καθόλου σίγουρος ότι όσοι πάνε στις πλατείες γνωρίζουν τί γράφεται στις διάφορες ιστοσελίδες – πλατείες στο διαδίκτυο. Έχω χωρίσει την «πλατεία» σε δύο κατηγορίες αυτή τη στιγμή. Σε εκείνη της πρωτεύουσας και σε εκείνη της επαρχίας. Γιατί προσπαθώ να μετρήσω τις αναλογίες επί του πληθυσμού της κάθε περιοχής.

Σταδιακά διακρίνω κάποια στοιχεία που μου φαίνονται σαν ανάγκες. Βλέπω τον κόσμο ότι έχει ανάγκη να συνευρεθεί, να συζητήσει, να ανταλλάξει μια ανθρώπινη «καλησπέρα». Να ακούσει «μαζί» ένα τραγούδι, να ενώσει ένα ζευγάρι τα χέρια του και να περπατήσει στο Σύνταγμα.

Στην επαρχία βλέπω την ανάγκη της αλλαγής κουλτούρας, της δημιουργικής έκφρασης και της χαμένης ανεμελιάς που μας τη ρούφηξε όλη η αδηφάγα καθημερινότητα του κυνηγιού του πλούτου και της ευημερίας.

Γενικά βλέπω την αγωνία για το αύριο και την ανάγκη για να ζήσουμε με περισσότερη αξιοπρέπεια. Νιώθω στριμωγμένος οικονομικά, φοβάμαι, αλλά τι ζητάει τελικά η «πλατεία» δεν ξέρω. Στην Ελλάδα με φοβίζει η αντίληψη του να ψηφίσουμε κάποιοι για το αν θα εκτελέσουμε κάποιον ή όχι. Γιατί το έργο το έχουμε ξαναδεί. Και ήταν πικρό …

Δευτέρα 11 Ιουλίου 2011

Η ορθή απάντηση στους «οίκους»






Μπάμπης Παπαδημητρίου
Δημοσιογράφος
Άρθρο του στην "Καθημερινή" - 9/7/2011


Οι οικονομικές κρίσεις έχουν πολλαπλές αιτίες. Επίσης, οι διέξοδοι επιτυγχάνονται με πολλούς τρόπους. Ο δογματισμός περί της αυτόματης ίασης έπεσε έξω. Η κρίση πάντως παραμένει έργο ανθρώπων. Υπάρχουν μηχανισμοί που εισέρχονται σε κρίση και μηχανισμοί για να εξέλθει κανείς από αυτήν. Ομως, δεν καθοδηγούνται από «νόμους» ή «κεντρικούς σχεδιασμούς» ή κάποια «πλεκτάνη συμφερόντων». Υπόκεινται στην ατομική και συλλογική αντίληψη του συμφέροντος που έχουν άτομα, ομάδες, οργανισμοί, επιχειρήσεις, κράτη και εκατοντάδες άλλοι φορείς.

Οι οίκοι αξιολόγησης κινδύνων είναι μέρος αυτού του συστήματος. Επηρεάζουν και επηρεάζονται από τις ισχύουσες, κάθε φορά, απόψεις. Την (όποια) αξία παρέμβασης που διαθέτουν την κερδίζουν από τους πελάτες τους. Δεν παίρνουν από κανένα κράτος (όπως η Ελληνική Δημοκρατία) ή διεθνή οργανισμό (π. χ. το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο) ή ένωση κρατών (την Ευρωπαϊκή Ενωση), κάποια «άδεια άσκησης επαγγέλματος προβλέψεων». Είναι ένα είδος προφητών και πρεσβεύουν το ορθό και αληθινό. Κατά την κρίση τους!

Ο συχνός εκνευρισμός κρατών, επιχειρήσεων και ιδιωτών επενδυτών με όσα λένε και με τους βαθμούς που διανέμουν, δεν έχει καμία απολύτως έννοια. Είναι απολύτως προφανές και επανειλημμένως επιβεβαιωθέν ότι κάνουν λάθη. Οι πελάτες το γνωρίζουν, αφού συχνά οι εκθέσεις των οίκων είναι για τα πανηγύρια. Ομως, δεν πρόκειται να τους ζητήσει κανείς πίσω την «άδεια» γνωμοδότησης! Ούτε μπορεί κανείς να ζητήσει «τα λεφτά του πίσω», αν η βαθμολογία κατέστρεψε μια εταιρεία, μια χώρα ή έναν επενδυτή. Μπορεί όποιος θέλει να σταματήσει τη συνδρομή στις υπηρεσίες τους. Ακόμη όμως και οι εξαπατηθέντες με τις αποτιμήσεις των σύνθετων, απλώς κατήγγειλαν τη φαυλότητα του συστήματος να πληρώνουν μια καλή αξιολόγηση οι ίδιοι οι εκδότες των ύποπτων ομολόγων. Ομως, στην περίπτωση των κρατικών ομολόγων το πρόβλημα είναι ότι «οι επενδυτές αγνόησαν (πριν από την κρίση) τις αξιολογήσεις ή λόγω απληστίας και αγελαίας συμπεριφοράς ή επειδή θεωρούσαν ότι οι αξιολογήσεις ήταν χαμηλής ποιότητας ή λόγω συνδυασμού των δύο», σημειώνουν οι Κατ. Παναγοπούλου και Χρ. Τσούμας (στο «Η διεθνής κρίση, η κρίση στην ευρωζώνη και το ελληνικό χρηματοπιστωτικό σύστημα», επιμέλεια Χαρδούβελης - Γκόρτσος, έκδοση Ελληνική Ενωση Τραπεζών, Ιούλιος 2011).

Η συγκρότηση «ευρωπαϊκού» οίκου αποτελεί μια γραφειοκρατική απάντηση σε ένα πραγματικό πρόβλημα. Η αγορά και οι επενδυτές χρειάζονται ικανοποιητική ως προς την ποιότητα και, κυρίως, διαφανή, ταυτόχρονη και διαθέσιμη ενημέρωση. Σε καμία περίπτωση δεν πρόκειται να προσφέρουν κάτι παρόμοιο οι 500 άνθρωποι της Γενικής Διεύθυνσης Οικονομικών και Νομισματικών Υποθέσεων.

Πρώτο βήμα συνεννόησης μπορεί να είναι μια Εθνική Ανεξάρτητη Δημοσιονομική Αρχή, η οποία θα αποκαλύπτει την αλήθεια προς τη Βουλή. Από όσο θυμάμαι, κανένας οίκος δεν απειλεί τα κράτη που ακολουθούν εθνικούς κανόνες χρηστής δημοσιονομικής διαχείρισης και αυτοπεριορισμού του φαύλου υπερδανεισμού. Και δεύτερο βήμα, να καθιερώσουμε, για μετά το 2015, «συνταγματικό κανόνα» περιορισμού του ελλείμματος. Θα δείτε, τότε, γιατί το πρόβλημα δεν είναι οι οίκοι!


Παρασκευή 8 Ιουλίου 2011

Τα όρια της διαχείρισης







Παναγιώτης Παναγιώτου
Αρθρογράφος
Άρθρο του στην εφημερίδα "Έθνος" - 23/6/2011


Το ενδιαφέρον της προχθεσινής συζήτησης στη Βουλή βρίσκεται σε μια νέα πολιτική διαχείριση της οικονομικής κρίσης που επιχείρησε με εξαιρετική επιτυχία ο κ. Βενιζέλος. Αυτό είναι και το "ατού του", εν μέσω μιας δανειστικής συμφωνίας με εξαιρετικά περιορισμένα περιθώρια ελιγμών, τουλάχιστον στην παρούσα φάση. Επιχείρησε με το "καλημέρα" να στήσει τρεις "γέφυρες επικοινωνίας". Πρώτον, με την κοινωνία. Αναγνώρισε τη διαφορά προτεραιοτήτων μεταξύ των αναγκών της οικονομίας και των αναγκών κάθε πολίτη που οδηγεί σε "δύσκολα μέτρα". Υποσχέθηκε μια προσπάθεια για ηθικότερη και δικαιότερη κατανομή βαρών και αποκατάσταση των κοινωνικών αδικιών. Εν πάση περιπτώσει, ζήτησε μια συγνώμη... από τους πολίτες. Δεύτερον, διαμόρφωσε ένα πλαίσιο "αποδεκτής" συνεννόησης με τη ΝΔ και τον ΛΑΟΣ, αναγνωρίζοντας -πράγμα το οποίο είναι αλήθεια- ότι, παρά την αντιμνημονιακή ρητορεία της, η ΝΔ κινείται πολιτικά εντός του "μνημονιακού πλαισίου", με διαφορές που συζητούνται, διευκολύνοντας μια "τάση" να πέσουν οι τόνοι και να αποφευχθούν οι εύκολοι λαϊκισμοί. Και τρίτον, έριξε "γέφυρες" προς την επιχειρηματική τάξη της χώρας, ζητώντας τους να αναλάβουν τις ευθύνες τους.

Κατανοώντας επίσης τις αδυναμίες του "επίσημου αφηγήματος", που περιγράφει το πώς θα επιτευχθεί η έξοδος της χώρας από την κρίση, έθεσε το θέμα της ανασκευής του. Κατέγραψε το επείγον ζήτημα της αντιμετώπισης του χρέους και της παροχής, με την ευρωπαϊκή βοήθεια, ενός ισχυρού αναπτυξιακού διεγερτικού της οικονομίας. Χωρίς τα δύο τελευταία, το Μεσοπρόθεσμο είναι εξαιρετικά ατελές σχέδιο, κάτι που οι αγορές γνωρίζουν και λειτουργούν όπως λειτουργούν... Η αντιμετώπιση της ελληνικής κρίσης δεν γίνεται μόνο με την -αναγκαία- δημοσιονομική προσαρμογή και την αξιοποίηση της δημόσιας περιουσίας. Χρειάζεται ευρύτερο πλαίσιο και στρατηγικό σχέδιο. Ο κ. Βενιζέλος "έβαλε στο τραπέζι" ορισμένα από τα στοιχεία αυτά.

Το άμεσο πολιτικό ζητούμενο, για να "πάμε παρακάτω", είναι η αποκατάσταση της πολιτικής σταθερότητας (όσο γίνεται) και η ανάκτηση της αξιοπιστίας της χώρας, που τον τελευταίο καιρό έχει πληγεί εξαιρετικά. Η διαπραγμάτευση του Μνημονίου, είναι από τη φύση της διαρκής. Οσο δε και εμείς αλλάζουμε τα δεδομένα που μας αφορούν προς το καλύτερο, τόσο η ουσία της διαπραγμάτευσης θα παίρνει πιο ενδιαφέροντα χαρακτηριστικά και για μας και για την ευρωζώνη. Βέβαια, η "πολιτική διαχείριση" έχει όρια. Και αυτά τα θέτει η οικονομική και κοινωνική πραγματικότητα της χώρας. Εάν δεν "καταφέρουν να συγκλίνουν", τότε το "χάσμα" θα διευρυνθεί επικίνδυνα και η "πολιτική διαχείριση" θα "πάει περίπατο"... Κατά τα λοιπά, καλό είναι να αποφεύγονται παραφωνίες "τύπου" Πάγκαλου και "πρωτοβουλίες" τύπου Τασούλα...



Τετάρτη 6 Ιουλίου 2011

Πολιτική χρεοκοπία







Γιάννης Παντελάκης
Αρθρογράφος
Άρθρο του στην εφημερίδα "Ελευθεροτυπία" - 22/6/2011


Παραδοσιακά, στο μέσον μιας κυβερνητικής τετραετίας το κόμμα που είχε την εξουσία εμφάνιζε μεγάλη φθορά. Επίσης παραδοσιακά, το δεύτερο κόμμα εξουσίας κατάφερνε να εισπράξει ένα μεγάλο μέρος αυτής της φθοράς.

Και σίγουρα, τα μικρότερα κόμματα, Δεξιά και Αριστερά, πετύχαιναν αξιοσημείωτη αύξηση της επιρροής τους στην κοινωνία. Σίγουρα δεν διανύουμε παραδοσιακές πολιτικές περιόδους. Υπάρχει ήδη σε εφαρμογή ένα πρωτοφανές Μνημόνιο, που έχει λειτουργήσει σαρωτικά, και έρχεται ένα καινούργιο Μεσοπρόθεσμο Πρόγραμμα, για να ισοπεδώσει ό,τι έχει απομείνει.

Σε μια ξεχωριστή στιγμή λοιπόν του πολιτικού βίου, οι πολιτικές δυνάμεις στο σύνολό τους δείχνουν ότι διανύουν μια χρεοκοπία ανάλογη της οικονομικής. Και για να εξηγηθούμε: Το ΠΑΣΟΚ έχει περιορίσει τόσο δραστικά την επιρροή που είχε πριν από 21 μήνες, ώστε μετά βίας να πλησιάζει το 20%. Η Ν.Δ. δεν καταφέρνει να εισπράξει την τεράστια κυβερνητική φθορά και το μόνο για το οποίο μπορεί να καυχάται είναι πως περνά, έστω οριακά, το ΠΑΣΟΚ στην πρόθεση ψήφου. Χωρίς όμως και αυτής τα ποσοστά να περνούν το 20%. Το ΚΚΕ είναι το μοναδικό κόμμα που αυξάνει, έστω ελαφρά, την επιρροή του. Ο ΣΥΡΙΖΑ αδυνατεί ως κόμμα της Αριστεράς να εισπράξει την τεράστια δυσαρέσκεια, ενώ και ο ΛΑΟΣ παραμένει ένα μικρό διαμέρισμα της δεξιάς πολυκατοικίας.

Το μεγαλύτερο ποσοστό, που πλησιάζει ή περνάει το 30%, δεν βρίσκει έκφραση. Καταγράφεται ως αδιευκρίνιστη ψήφος, γιατί δεν ελκύεται από κανένα κόμμα. Τι πιο ενδεικτικό της πολιτικής χρεοκοπίας;

Δευτέρα 4 Ιουλίου 2011

Μικρή παράταση ...








Άννα Παναγιωταρέα
Δημοσιογράφος
Άρθρο της στην εφημερίδα "Ελεύθερος Τύπος" - 22/6/2011


Είναι απολύτως βέβαιο ότι στη Νέα Δημοκρατία δεν κάνουν «πάρτι» με τις μετρήσεις των δημοσκοπήσεων, που βλέπουν το φως της δημοσιότητας. Ξέρουν καλά ότι μία μέτρηση είναι μια «φωτογραφία» του πολιτικού κλίματος τη συγκεκριμένη στιγμή. Ομως, το μήνυμα που αποτυπώνεται μήνα με το μήνα είναι ότι μέσα στο κλίμα της απογοήτευσης που κυριαρχεί η αξιωματική αντιπολίτευση παίρνει σταθερά το προβάδισμα, ενώ η κυβέρνηση, σταθερά, χάνει πολίτες, που εμφανίζονται εξαιρετικά απογοητευμένοι. Και η αναστροφή χρειάστηκε μόλις 20 μήνες.

Θυμηθείτε πώς κατέλαβε την εξουσία το ΠΑΣΟΚ: «Καβάλα στο άλογο» ως πρωθυπουργός ο Γ. Παπανδρέου. Φίλοι και αντίπαλοι χαιρέτισαν το γεγονός ότι από την κάλπη είχε βγει μια ισχυρότατη κυβέρνηση. Θυμηθείτε ότι η κυβέρνηση Κ. Καραμανλή δεν πέρασε ούτε ένα νομοσχέδιο με τη σύμφωνη γνώμη του Γ. Παπανδρέου. Δείτε πόσα νομοσχέδια πέρασε η κυβέρνησή του με την υπερψήφιση του Α. Σαμαρά. Και ο Κ. Καραμανλής δεν κατέφυγε στον Γ. Παπανδρέου για να παραιτηθεί αλλά στον Πρόεδρο της Δημοκρατίας ζητώντας εκλογές, όπως κάνουν οι έντιμοι πολιτικοί, όταν βλέπουν το αδιέξοδο. Γιατί, πώς θα μπορούσε να κυβερνήσει, όταν ο Γ. Παπανδρέου είχε δηλώσει ότι δεν ψηφίζει τον Κ. Παπούλια για Πρόεδρο, γιατί έτσι θα οδηγηθεί η χώρα σε εκλογές, ώστε να έρθει αυτός, ως πρωθυπουργός, και να τη «σώσει»;

Ας θυμόμαστε και το ένα δισεκατομμύριο με το οποίο προίκισε ο Γ. Παπανδρέου προεκλογικά την Παιδεία, σήμερα που τα ΑΕΙ βρίσκονται σε πλήρη ένδεια και βιώνουν την περιφρόνηση του υπουργείου Παιδείας. Ας θυμηθούμε τα υπεσχημένα στους χαμηλοσυνταξιούχους, τη «μη αύξηση» του ΦΠΑ, την «καμία έκτακτη φορολόγηση», γιατί «λεφτά υπάρχουν», και ας επαναφέρουμε στη μνήμη μας ότι ο Κ. Καραμανλής είχε ζητήσει προεκλογικά «πάγωμα μισθών, συντάξεων, προσλήψεων αμέσως». Πέρασε ενάμισης χρόνος για να το εφαρμόσει ο Γ. Παπανδρέου, δέσμιος των συνδικαλιστών, που τον έχρισαν αρχηγό του ΠΑΣΟΚ, δέσμιο της ιδεολογικής αγκύλωσης του κόμματος του πατρός του.

Στις δώδεκα τα μεσάνυχτα η κυβέρνηση, χάρη στον Ευ. Βενιζέλο –και τον ελιγμό της Β. Παπανδρέου- πήρε ψήφο εμπιστοσύνης. Αλλά αυτό είναι το θέμα; Αν θα παρατείνει λίγες ακόμη μέρες την εξουσία της;

Οι πολίτες αντιμετωπίζουν τον πρωθυπουργό ωσεί παραιτημένο. Η Τετάρτη της 15ης Ιουνίου θα παραμένει ορόσημο στη σύγχρονη πολιτική Ιστορία: Πώς ένας πρωθυπουργός παραιτήθηκε και ξε-παραιτήθηκε, γιατί η οικογένειά του μέτρησε πάνω από την πατρίδα του.

Παρασκευή 1 Ιουλίου 2011

Αναζητώντας τη φωτεινή πλευρά της κρίσης








Αντώνης Καρακούσης
Αρθρογράφος
Άρθρο του στην εφημερίδα "Το Βήμα on line" - 23/6/2011


Η μεγάλη εθνική οικονομική, κοινωνική και πολιτική κρίση είναι αλήθεια πως βυθίζει και συγκλονίζει τους πολίτες.
Η απειλή για τις δουλειές και τα εισοδήματα καθιστά το μέλλον άδηλο. Άλλους φοβίζει, άλλους παραλύει και πολλούς εξοργίζει.

Σε κάθε περίπτωση, η κρίση επιδρά στις συμπεριφορές των πολλών ανθρώπων και την κοινωνία αναστατώνει.
Είναι αυτή η σκοτεινή πλευρά της κρίσης. Υπάρχει ωστόσο και η φωτεινή πλευρά της.

Οσοι συνομιλούν με τους πολίτες γνωρίζουν ότι επιδρά στις αντιλήψεις, τις συνειδήσεις και τις πεποιθήσεις αλλάζει και μαζί παρακινεί τον κόσμο σε αυτογνωσία και δράση.

Πολλοί αυτή την περίοδο, υπό την πίεση των συνθηκών, ξύπνησαν από τον λήθαργο των βεβαιοτήτων και της ανεμελιάς, ξεπέρασαν την μοιρολατρία και οι λιγότερο φοβικοί πήραν ήδη ή παίρνουν το ρίσκο της κινητοποίησης και της αναζήτησης.

Οσο κι αν ακούγεται τολμηρό αυτή την περίοδο υπάρχουν πολίτες που λαμβάνουν αποφάσεις ζωής, αλλάζουν τόπο και δραστηριότητα, αναλαμβάνουν πρωτοβουλίες, τις σχολάζουσες ιδιοκτησίες αναγεννούν, τις γεωργικές εκμεταλλεύσεις επαναπροσεγγίζουν και διερευνούν την εμπλοκή τους στην παραγωγή αγαθών και υπηρεσιών.

Επίσης πολλές επιχειρήσεις, μικρές και μεγάλες, νιώθοντας την πίεση των νοικοκυριών μειώνουν τις τιμές, προσέχουν τις υπηρεσίες τους, γίνονται καλύτεροι και αποδοτικότεροι στις δουλειές τους.

Και ταυτόχρονα οι καταναλωτές δείχνουν να εκτιμούν περισσότερο τις παρεχόμενες από έλληνες υπηρεσίες, τα ελληνικά προϊόντα γίνονται πιο εμπορεύσιμα, οι περισσότεροι των συμπολιτών μας αισθάνονται την ανάγκη να στηρίξουν την εγχώρια παραγωγή, ό,τι παράγει και προσφέρει ο τόπος μας.

Τελευταία στοιχεία δείχνουν ότι οι ελληνικές αλυσσίδες εμπορίου κερδίζουν μερίδιο από τις ισχυρότερες πολυεθνικές και ακόμη τα ίδια στοιχεία επιβεβαιώνουν την στροφή των καταναλωτών στα αμιγώς ελληνικά προιόντα.

Είναι αυτά σημάδια ενθαρρυντικά, αποτέλεσμα αυτοσυνειδησίας και όχι πολιτικών ή άλλων παρεμβάσεων.

Μόνοι τους οι πολίτες προσπαθούν από κάτι να πιαστούν, οι ίδιοι να δημιουργήσουν, να υπερβούν την κακή μοίρα της χώρας, να την ξεπεράσουν.

Είτε διαισθητικά, είτε από ανάγκη, αντιδρούν, δίνουν σήματα απελευθέρωσης, κινητοποίησης και ενεργοποίησης.

Είναι αυτή ίσως η πιο αισιόδοξη πτυχή της κρίσης. Γιατί απλούστατα είναι υπερβατική, καθώς υπερίπταται των αδυνάμων της πολιτικής και των κομμάτων.